Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2018


Κάποτε η αυλαία πέφτει και τα πρόσωπα γυμνά και παλίμψηστα λάμπουν μέσα στην αρχαία ομορφιά της τραγωδίας τους. Εκείνα τα ερείπια της μνήμης εισβάλλουν στο ποτάμι της ζωής που ντύνεται με τις εκρήξεις των αστεριών ενώ σβήνουν και οι σέπιες φωτίζονται για λίγο, πριν χαθούν. Όποιος αγάπησε κι ότι αγαπήθηκε ζητάει την εκπλήρωση με μια ευγένεια αλύτρωτη. Πυκνές οι ματαιώσεις και χωρίς κανένα σημείο επαναφοράς στην διεκδίκηση. Νά έρχεσαι, έτσι διαφανής, έτσι μοιραίος, σαν το φως που ο τυφλός διαισθάνεται. Να γυρίζεις τις σελίδες, και ο χρόνος να πέφτει, χωρίς οίκτο στα πρόσωπα. Και μην πεις πως τίποτε δεν έμεινε. Στα ερείπια και στα ναυάγια έχουν μιλήσει αιώνες τώρα οι καθρέφτες . Με αυτά ντύνομαι και σου περιγράφω την ιστορία μου. Αυτήν που δεν ζήτησα ποτέ μου να εκπληρωθεί.

( Κάτι δικά μου ) Οι μεγαλόκαρδοι τις περισσότερες φορές εξαπατούνται. Αυτοί που έχουν πολλές εμπειρίες στην ζωή και θυμούνται περισσότερο αυτό που τους κράτησε στην επιφάνεια και το φως, σπάνια μεγαλοστομούν. Αυτοί που ζουν και <<αριστεύουν>> χωρίς συναισθηματική νοημοσύνη, μιλούν συνεχώς και ακατάπαυστα για τα πάντα ενώ δεν ζουν χωρίς κοινό. Το να ζεις είναι μεγάλη τέχνη, το να αφήνεις λόγου χάρη τα <<σκατά>> στην άκρη χωρίς να λερωθείς, είναι μέρος αυτής της τέχνης. Η συγχώρεση είναι πράξη που δίνει ανάστημα. Ρωτώντας, πας παντού. Ο έρωτας και η φιλία είναι τα χέρια και τα πόδια μας. Μόνο που η φιλία μένει ως το τέλος . Αν θες να μάθεις τον χαρακτήρα που κρύβει ένας άνθρωπος που έχει πολλούς τίτλους και τιμές και μπορεί να κρατήσει και να επικρατήσει σε ένα πλήθος με τις γνώσεις του, δεν έχεις παρά να παρακολουθήσεις την αντίδραση του στην ερωτική-σεξουαλική απόρριψη , θα διαπιστώσεις πόσος κομπλεξισμός κρύβεται κάτω από την επιφανειακή υπεροχή. Να παρατηρείς κάτω από το δέρμα. Να παρατηρείς τις ατμόσφαιρες. Να θυμάσαι το παιδί που είσαι και να το αγαπάς. Οι ήττες σαφώς μπορούν να εξελιχτούν σε νίκες. Υπάρχουν αυτοί που ξεχωρίζουν τους ανθρώπους στους άριστους και σε αυτούς που δεν αξίζει να ζουν λόγω οικονομικής και κοινωνικής θέσης , αυτούς μην τους εντάξεις στο ζωικό βασίλειο, τα ζώα γνωρίζουν περισσότερα από αυτούς. Προσπέρασε τους χωρίς οίκτο. Ο σεξισμός είναι δείγμα του <<πολιτισμού>> που φέρει ο καθένας μέσα του. Όσο περισσότερες και σπάνιες λέξεις χρησιμοποιεί κάποιος για να γητέψει ή να πείσει, τόσο περισσότερο να δυσπιστείς για την αλήθεια που κατέχει. Τα απλά ειναι τα πιο δύσκολα. Να φοβάσαι αυτόν που δεν έχει πια να χάσει τίποτε. Μην μπερδεύεις τον τυχοδιώκτη με τον μεγαλοφυή. Να θυμάσαι να ευχαριστείς το σύμπαν και τον εαυτό σου που υπάρχεις όταν ξυπνάς και λίγο πριν κοιμηθείς. Ο χειρότερος θάνατος είναι να υποκρίνεσαι ότι ζεις. Λίγη συμπόνοια για αυτούς που πίσω από την επιτηδευμένη υπεροψία κρύβουν έναν άνθρωπο που δεν φανερώνει ότι κάποτε λύγισε από την ζωή. Την μεγαλοφυΐα την σέβομαι και την θαυμάζω, την καλοσύνη την ερωτεύομαι και γονατίζω προσφέροντας της ζουμπούλια. Πόπη


Έχω καιρό να πάω σε κοιμητήριο, τις νύχτες υπνοβατώ κι ανάβω κεράκια. Το πρωί είναι σβηστά στην κουζίνα , δίπλα στον μαρμάρινο νεροχύτη. Σκέφτομαι τις ατμόσφαιρες των νεκρών φίλων μου. Την απαλή γκρίζα ομίχλη του χειμωνιάτικου πρωινού. Το τοπίο που ντυθήκαμε μαζί. Είναι καιρός που δεν τους βλέπω στον ύπνο μου. Είναι καιρός που δεν ψάχνω να ενώσω το αίμα μου με των άλλων για να τους ονομάσω αδέλφια μου. Εκείνο το ζώο μέσα μου ίσως αναπαύεται σε ένα κόκκινο δάσος, ίσως πάλι να περιμένει την κατάλληλη στιγμή. Ξέροντας πως όλα ήταν ακατάλληλα για να ζήσουμε όλοι, κάτι παύει να φωνάζει. Κάτι που έχει το χρώμα του χιονιού κινείται στο δωμάτιο, κάτι σαν σφαίρα κυνηγάει ένα όνειρο ιδρωμένο. Τα πρωινά πουλιά πολύχρωμα έξω στον κήπο τραγουδούν ρόδα. Μπορώ να χαθώ για ώρες ακούγοντας τα. Τα ρόδα σπάνε, πιέζουν τα σπλάχνα, γυρίζουν το αίμα γρήγορα κάτω από το δέρμα. Και δεν ξέρει κανείς τι είναι πιο τραγικό, οι φίλοι που πέθαναν ή οι φίλοι που δεν θα κάνεις ποτέ γιατί έτσι έταξε η τύχη. Η αναγκαιότητα της τύχης ανήκει στα τραγικά στοιχεία της ζωής των ανθρώπων. Αυτών που υπνοβατούν κι αυτών που δεν περιμένουν τίποτε. Και μέσα τους τα αμάραντα ρόδα χρυσίζουν μια σιωπή σαν έπαρση μεσίστια μιας μαύρης σημαίας. Δεν θα σε βρω. Δεν θα μιλήσουμε σαν να ξέραμε ο ένας τον άλλον πριν την γέννηση του. Ελευθέρωσα τον εαυτό μου από τα μαρτύρια της αναμονής. Και κάπου κάπου ξεχνώ τον φοβο του θανάτου.