Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2014

Αυτό είναι το σπίτι σου, σε μερικές ημέρες, θα το αφήσεις μόνο του, να δεχτεί τις άλλες εποχές , χωρίς εσένα ,ώσπου να σε ξαναδεί το Καλοκαίρι. Καθώς περίμενες το λεωφορείο στην στάση, στο μπλε κουβούκλιο, κοίταξες για χιλιοστή φορά τα βουνά που σαν να τους πέρασε βελόνα με κλωστή τα λευκά σπίτια με τις μπλε πινελιές επάνω στην άδεια τους ράχη ένα αόρατο χέρι. Την μακριά γραμμή της παραλίας με τους λουόμενους κάτω από τα αρμυρίκια και την θάλασσα να τρέχει αφήνοντας γλυκούς αφρούς στην άμμο. Πήγες πέρα ως την φωκιότρυπα, εκεί που υπάρχουν μόνο βότσαλα και μάζεψες κι άλλες πέτρες μικρές και σε διάφορα χρώματα. Η ΄καλή λογοτεχνία είναι στην τσάντα σου, με το βιβλίο του Τσβάιχ σκέφτεσαι, (ο κόσμος του χτες, -αναμνήσεις ενός Ευρωπαίου-), η καλή λογοτεχνία είναι επίσης αυτό που αντικρίζουν τα μάτια σου μέρα και νύχτα εδώ, στο μικρό γεμάτο πέτρα κι αλάτι νησί, εδώ στην ψυχή της άγονης γραμμής, εδώ που η ψυχή ανυψώνεται τόσο από τον αγώνα του ανθρώπου μέσα στο άγονο να φυτέψει και να πολλαπλασιάσει τροφή και καρπό όσο και στην επαφή του με τόσους διαφορετικούς πολιτισμούς. Γέμισε ο τόπος άλλες γλώσσες φέτος, τώρα μιλάς με κάτι Γερμανούς στην παραλία, με μεταφράστρια την αγαπημένη σου φίλη και τους μίλησες για τον Στρούμπο, το έρημο χωριό όπου τέσσερα σπίτια ξαναχτίστηκαν πάνω στα ερείπια τους από ξένους κι ένα από Έλληνα. Τους είπες ιστορίες για την γιαγιά και τον παππού, δεν βαριόντουσαν, ζήτησαν το μπλοκ σου για να σε διαβάζουν τον Χειμώνα. Αυτό σε συγκίνησε αρκετά, καθηγητές σε μεγάλα πανεπιστήμια και λάτρεις της Ελλάδας και του πολιτισμού της, σχεδόν δάκρυσαν καθώς μιλήσατε για τις Καρυάτιδες στον αρχαίο τάφο, έπειτα σκέφτηκες την Αθήνα, τα μπαρ και τα βιβλιοπωλεία όπου διάφοροι Κολοσσοί της τέχνης και των γραμμάτων μίλησαν με εκείνο το καταθλιπτικό ύφος για κάποιο βιβλίο, με εκείνο το απαξιωτικό και απομονωμένο βλέμμα του αλκοολικού, με εκεινη την γελοία έπαρση των μικρών ανθρώπων ,μίλησαν και τους παρακολούθησες τον περασμένο Χειμώνα, έτσι για την παρατήρηση, έτσι γιατί είσαι εδώ που τα λέμε και επίμονη και δεν θες βιαστικά συμπεράσματα. Γέμισε η Αθήνα συμπλεγματικούς τύπους που καθηλωμένοι στον καμβά της κλίκας, αναιρούν , αποφασίζουν, κολακεύουν κι αυτοκολακεύονται, διώχνουν νέους ταλαντούχους λογοτέχνες και ποιητές ή τους κουτσομπολεύουν πίσω από την πλάτη τους, όλα αυτά τα μοχθηρά οργιώδη ανθρωπάκια που θέλουν μια κατά μέτωπο επίθεση δημοσίου επιπέδου διαθέτοντας αντί κορώνες αστροπελέκια. Όλα αυτά κι όλη η αναλγησία της πόλης που σέρνεται στα γόνατα, ,με τις φθαρμένες αίθουσες των κινηματογράφων, τα καλέσματα , τις γονικλισίες, τον καθημερινό υπολογισμό της ζωής σε φράγκα, όλος αυτός ο πολεμος που εδώ ξέχασες.. Τον ένιωσες κι εδώ, αλλά υπάρχουν πάντα οι ισορροπίες μέσα στο τοπίο και μέσα σου, ώστε να τον ξεχνάς. Εδώ επίσης, σκέφτηκες, πως υπάρχουν άνθρωποι που ανεβάζουν την ψυχή σου χρησιμοποιώντας την τέχνη της γραφής χωρίς να επιδεικνύουν ένα χυδαία γεμάτο πιάτο συναισθήματος, εδώ επίσης σκέφτηκες πως χρειάζεσαι να σκοτώσεις ότι σε φθείρει κι ότι σε κάνει να μένεις ακίνητη και να περιορίζεσαι και να αυτοπεριορίζεσαι. Και καθώς ακούς τις λίγες νύχτες ακόμη που απομένουν, τους γρύλους, το γκάρισμα των γαϊδάρων, των πουλιών που απότομα σταματούν όλα μαζί, τα τζιτζίκια να λιγοστεύουν, τότε ακριβώς, νιώθεις πως είσαι άνθρωπος, άνθρωπος κι όχι ένα ακόμη εξάρτημα μιας κρεατομηχανής. Γιατί εδώ είσαι ακόμη παιδί της φύσης, ο πραγματικός πολιτισμός υπάρχει στην ευγένεια, την γνώση, την δημιουργία, το πάθος και την αγάπη. Και όταν σκέφτεσαι τους ανθρώπους της πόλης που όλη μέρα βογκούν από αηδία και θυμό σκέφτεσαι πως κανένα περιθώριο δεν υπάρχει να ζήσεις χωρίς να ζείς με πάθος.. Ο Γκαίτε έλεγε, η θέληση διατάζει την ποίηση. Όλους τους αφορισμούς και τους στοχασμούς, θα τους γράψεις σε ένα μικρό τετράδιο και όποτε θα νιώθεις κρέας θα τα διαβάζεις. Στο μετρό, στις στάσεις των μεταφορικών μέσων, στα βαρετά μπαρ και στα ανόητα καλέσματα. Αυτό είναι το σπίτι μου. Η Αμοργός μου που αν κι έγινε ποίημα δεν γράφτηκε γι αυτήν.. -Λίγες ημέρες ακόμη εδώ, στο Πέλαγος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου