Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2019



Ο στίχος << κι αγαπώ κι όλον τον κόσμο γιατί ζεις κι εσύ μαζί >> με ξεπερνάει και μου δίνει κάτι από τον ίλιγγο της ζωής που είναι ζώσα.

Μην μου στέλνεις ποιήματα να διαβάζω. Παράθυρα θέλω να ανοίγω, να μπαίνει μέσα στο δωμάτιο, ο ουρανός. Να μπαίνω στα τρένα, να διαβάζω την φρενίτιδα της ζωής στα πρόσωπα των ανθρώπων σβησμένη, κίτρινη, αποκαρδιωτική, αυτήν που φορούν πίσω από τις εφημερίδες που κοιτάζουν, οι άνθρωποι της πόλης. Ξοδιασμένες ζωές, κρυμμένες στα συρτάρια, φωτογραφίες γεγονότων ασήμαντων. Τα σημαντικά δεν έχουν χρόνο, αν σκεφτείς τον περισσότερο χρόνο τον δίνουμε για τα ασήμαντα. Γι αυτό μου στέλνεις ποιήματα, αντί να έρθεις εδώ κοντά μου, να μου μιλάς σαν να είναι η τελευταία φορά που με βλέπεις. Σκλάβοι της συνήθειας , σκλάβοι της μεγαλύτερης ματαιοδοξίας, της συνήθειας, λες και θα υπάρξουν κι άλλες ζωές, κι άλλες στιγμές που θα μιλούμε πιασμένοι αγκαλιά κάτω από μουσικές που θα αναβλύζουν σαν συντριβάνι σε παλάτι κρυμμένο στην έρημο. Όλα εκείνα που έμαθες ζώντας, τα κρύβεις μαζευοντας ποιήματα. Αν μπορούσες να αναπαράξεις τον σπαραγμό της ζωής σου θα έπεφτα στα γόνατα. Θα μπορούσα να πω πως άξιζε η ματαίωση των προσδοκιών μας και πως ο θάνατος δεν με φοβίζει πλέον. Μην μου στέλνεις ποιήματα. Την ζωή μας κάνε να υπάρχει σαν ποίημα, με μικρές ακατάστατες παύσεις, για κάθε ενδεχόμενο.

Υπάρχουν αυτοί που έρχονται, εισβάλλουν στην ζωή σου, σαν ένα επείγον περιστατικό. Δίνεται η εντύπωση πως είναι αυτό που σου λείπει εκείνη την εποχή για να συμπληρώσεις την απαραίτητη ενέργεια που χρειάζεσαι για να αντέξεις την ζωή όταν αυτή γίνεται αβάσταχτη. Διαπιστώνεις πως σύντομα αυτό είναι το αντίστροφο. Τα ψυχικά βαμπίρ, ρουφούν άπληστα κάθε σου ενέργεια και η ύπαρξη τους μεταμορφώνεται σε καθρέφτη που καταδεικνύει συνεχώς την δική τους ύπαρξη. Στριφογυρνούν σαν τον αέρα γύρω σου. Αν είσαι μια ευγενική, ευαίσθητη, ειλικρινής ύπαρξη και τους το πεις δικαιολογώντας την έξοδο σου από την ζωή τους θα εισπράξεις το αντίτιμο με σκληρές φράσεις και κάποτε με σκληρές πράξεις. Και τότε φυσικά, καταλαβαίνεις γιατί μπήκαν στην ζωή σου σαν ένα επείγον περιστατικό, είναι το επείγον της δικής σου ζωής που έλαμψε στα μάτια τους, από αυτή ζητούν να τραφούν, όχι της δικής τους. Συγχωρείς μετά από καιρό. Ξεχνάς, ώσπου να διαπιστώσεις πόσα επείγοντα περιστατικά υπάρχουν γύρω σου μασκαρεμένα. Και επείγει να μείνεις όπως είσαι γιατί δεν ξέρεις πως να ζήσεις αλλοιώς. Ο καιρός μας, είναι όλος ένα επείγον περιστατικό. Αλλά δεν έχουμε πολλές ημέρες και νύχτες για να ζήσουμε όπως είμαστε. Γι αυτό εκείνο που μας αφορά είναι πρώτα από όλα το επείγον της ύπαρξης μας και της ζωής μας . Επείγει να είμαστε αυτό που είμαστε κι όχι κομμάτια ενός περιστατικού..

Από συνήθεια, δεν έδιναν προσοχή τα μικρά κορίτσια, στο μαύρο πουλί, που είχαν στην θέση της καρδιάς, κι εκείνο έτρωγε κάθε στιγμή από το αιμάτινο τους δωμάτιο, ώσπου ο κόσμος παραξενεύτηκε από την ξαφνική απουσία τους, ρώτησαν μερικές φορές, μα γρήγορα ξεχάστηκαν από την συνήθεια της ζωής, ώσπου έσβησε ο χρόνος την εικόνα τους, κι εκείνο το μαύρο πουλί ύστερα, πήρε θέση στην καρδιά τους, έτρωγε αίμα στο αιμάτινο δωμάτιο και χαιρόταν, είχε έναν δικό του τρόπο να χαίρεται , και σίγουρα δεν ήταν από συνήθεια..

Στην μνήμη του πατέρα Αντώνιος Του Μιχαήλ, Συνοδινός Με το παρατσούκλι <<Σερέτης>> Σε είδα στον ύπνο μου πατέρα, σήμερα, ξημερώματα, την ημέρα της γιορτής σου,μετά από πολλά χρόνια, μαστόρευες στο πάτωμα μαζεύοντας ξύλα, το σπίτι μας στο όνειρο, δεν το είχαμε φτιάξει, ήταν ξανά μαγαζί, όπως τότε. Δεν ξέρω γιατί δεν συγκρατώ τον εαυτό μου και γράφω εδώ για εσένα -ενώ θεωρώ πως αυτό δεν είναι σοβαρό, αλλά η δική μας αλληλογραφία μπορεί να απαλύνει κάποιον άλλον, σκέφτομαι. Θυμάμαι πατέρα, θυμάμαι πως είχα το κουτί με τα οστά σου στο παγκάκι, περιμένοντας το καράβι της γραμμής για να σε στείλω στο νησί σου, σου μιλούσα και με άκουγες. Έβλεπα το καράβι να απομακρύνεται όταν σε έδωσα στον άνθρωπο και άκουγα σχεδόν την χαρά σου που θα επεστρεφες ξανά στον τόπο σου. Οι άνθρωποι πατέρα, δεν πιστεύουν πως οι νεκροί δίνουν σήματα στους ζωντανούς , εξηγούν και υποθέτουν πως όλα είναι μέσα στο υποσυνείδητο. Αλλά δεν έχουν καμία εξήγηση να μου δώσουν όταν τους εξιστορώ το όνειρο- οδηγία σου σε εμένα, σε ποιον θέλεις να δώσουμε την ξυλεία και τα εργαλεία σου, πράγμα που ζητήθηκε και έγινε από εκείνη την πλευρά, χωρίς εγώ έστω και υποσυνείδητα να έχω σαν πληροφορία αυτήν την επιθυμία κι από τις δυο πλευρές. Τα χρόνια περνούν πατέρα και τα μηνύματα από τους νεκρούς και τους ζωντανούς συνεχίζονται. Το νησί σε αναζητά, ξέρω πως σήμερα θα επιβλέπεις την ατμόσφαιρα του, με εκείνο το μάτι του λαικού ανθρώπου, με το μάτι εκείνου που αγαπούσε τα ζώα και τους ανθρώπους , απλά είχες ψιλιαστεί την αθωότητα των πρώτων, πολύ νωρίς. Καταλαβαίνω πολλές φορές πως αυτά που κάνω και που σκέφτομαι, μοιάζουν με τα δικά σου. Θυμάμαι. Είμαι το κλαδί σου κι είσαι το δέντρο μου. Ξέρω γιατί τα ρεμπέτικα και τα γνήσια, παλαιά κουτούκια με συγκλονίζουν, ξέρω γιατί μου έλεγες να προσέχω. Δεν είμαστε από αυτούς που προσέχουν πατέρα, το ξέρεις καλά αυτό, κι ας έλεγες τα αντίθετα. Θέλω να σε σκέφτομαι με γέλια πατέρα, να χαίρεσαι, να συναρμολογώ το παζλ της ζωής με τα γέλια και τις συγκινήσεις μας. Σε ευχαριστώ που με επισκέφτηκες πατέρα. Θα ανάψω ένα κεράκι για εσένα, χωρίς επικηδείους και λόγους ψεύτικους. Ξέρεις πως ότι λέμε εμείς οι δύο, το πιστεύουμε μέχρι το μεδούλι μας. Με την υποκρισία και τους επαγγελματίες ψεύτες έχουμε κάποιο πρόβλημα άλυτο ακόμη, αλλά αυτό δεν μας κακοφορμίζει την πληγή. Η πληγή θα μεγαλώσει πατέρα αν πάψουμε να πιστεύουμε πως θα κρατηθούμε όρθιοι μέσα στο καράβι με τα δέκα μποφόρ. όρθιοι θα είμαστε πατέρα, εσύ μην πάψεις ποτέ να μου στέλνεις μηνύματα από τον άλλο κόσμο. Βλέπω στεριά τότε, μέσα μου..

Πολλές φορές φοράω το μάτι ενός αλόγου που βρίσκεται σε καλπασμό, βουτάω στο μπλε του κοβαλτίου και καταβυθίζομαι, πότε ανεβαίνω, παίρνω ανάσες και πότε μπλέκομαι σε δίνες στον ανακατεμένο βυθό . Η άβυσσος πάντα είναι ο στόχος, ρούχα αρχαία φορεμένα στην πέτρα, με τον ήλιο να αναπηδάει κάτω από τα βλέφαρα και να διασχίζει την πλάτη πνιγμένη στον ιδρώτα. Η επιθανάτια αγωνία των νεκρών μου ,πολλές φορές μου στραγγίζει τον πνεύμονα, τότε ακριβώς μου κόβεται η ανάσα. Νύχτες που οδηγούνται από την αυπνία, ένας βαθιά ηλικωμένος ερημίτης μου φέρνει την κάρτα του Ιεροφάντη, του λέω, με φοβίζουν τα ιερά, χρειάζεται να γίνω άνθρωπος για να τα αφήσω να με οδηγήσουν σε εκείνη την αόρατη πόρτα. Καταλαμβάνομαι από μέθη ,υγρό μούδιασμα στο μυαλό και την καρδιά, και μια γλυκιά ηρεμία, σαν εκείνη που τα ξέρει όλα από πριν, χωρίς ίχνος αγωνίας, πράγμα που μου συμβαίνει σπάνια. Εξαιρώ τους κανόνες και αυτοαναφέρομαι, οι κανόνες είναι για επίδειξη και ομοιομορφίες. Για εμένα μιλώ ,και το νησί μου, εκείνα τα σύννεφα που μουλιάζουν εντός μου, κι όλες τις γυναίκες με τα λευκά μαντίλια στο κεφάλι. Σε αγαπώ, αλλά ζητώ να είμαι ελεύθερη, είναι εκείνο το μάτι του αλόγου που με μαστιγώνει αλλά και ταυτόχρονα με μαγνητίζει, ακινητοποιώντας με στον χρόνο. Οι ρωγμές μου, είναι μπλε του κοβαλτίου. -Γιατί θυμήθηκα-

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2019

H γυναίκα με την ρωγμή στο πάτωμα


Κρυώνει, όμως φοράει με τρεμάμενα χέρια τις μεταξωτές κάλτσες της νεκρής αδελφής της, περναει το λεπτό μαύρο φουστάνι επάνω της και κοιτάζει τον καθρέφτη. Αναμφίβολα ωραία και πρόθυμη μόνο για εκείνον. Αυτό ξεσηκώνει περισσότερο τους άντρες όταν την κοιτούν στον δρόμο, φορώντας το γαλάζιο της παλτό. Μυρίζουν σαν σκυλιά την προθυμία της για έναν. Κι αυτό τους εξαγριώνει. Περπατάει τον δρόμο σαν να φοράει φτερά στα πόδια, ήδη το αίμα της μαζεύεται και γυρίζει σαν αντλία στην σκέψη πως σε λίγο θα γεύεται τα φιλιά του. Κάθε φιλί τους είναι ο προθάλαμος του έρωτα. Δεκέμβρης κι η φιδογυριστή σιδερένια σκάλα τρίζει κάτω από τα τακούνια της. Η βροχή στάζει επάνω της, η υπόσχεση πως θα του δοθεί είναι καθαρή. Εκείνος μένει στο δώμα μιας ταράτσας. Όταν την αγκαλιάζει γίνονται ένα. Κάτι από Άνοιξη και Καλοκαίρι θριαμβεύει στο δωμάτιο. Οι ήχοι τους ταξιδεύουν στην κοιλιά μιας φάλαινας. Όλο το δωμάτιο γεμίζει από μια απαλή χρυσή αύρα σαρκοφάγου αγίου. Θα μπορούσε και να είναι ο εγκλωβισμός μιας μαργαρίτας μέσα στον πάγο. Η αλληλο κατασπάραξη δυο αιλουροειδών. Στο τέλος, αυτό που μένει είναι η άγρια επιθυμία της να του ανήκει πάλι, μέχρι την επόμενη συνάντηση, όμως ζητάει από εκείνον να της ανήκει κι αυτός. Την βεβαιώνει με μια λαγνεία που ο άγνωστος μεταφραστής της ανθρώπινης ύλης θα το δει σαν ψέμα. Περνούν μέρες. Ξαφνικά, μια μέρα, κάτι μαύρο και πηχτό της αναδεύει τα σπλάχνα, κάτι την ανησυχεί, νομίζει το ξέρει. Η προδοσία δεν έχει χρώμα, είναι όλα τα χρώματα μαζί. Η σκιαγράφηση του σχήματος της είναι καθαρά θέμα προσωπικό. Και σε μια χώρα που λιώνει από την υποκρισία και την αγοραπωλησία αδυνάτων και παιχνίδια ισχύος των ισχυρών κανείς δεν θα δώσει σημασία σε κάποια ερωτική προδοσία. Όμως εκείνη έχει δώσει κάτι περισσότερο από έναν έρωτα στα σεντόνια. Έχει δώσει την ύπαρξη της ολόκληρη. Κοιμάται και ξυπνάει με το όνομα του παρακαλώντας άγνωστους αγγέλους να τον φυλάνε, να τον προσέχουν. Ο αγνωστικισμός της έχει νικηθεί από μια άλλη, ιδιαίτερη θρησκεία που λέγεται έρωτας. Αυτό που σε τρώει από μέσα ώσπου να σε νικήσει. Σαν αυτό της τέχνης.. Λοιπόν, έχει νικηθεί, το εγώ της βρίσκεται σε ένα άγνωστο δάσος. Αυτό το νικημένο πλάσμα βρίσκει την δύναμη να τον πάρει τηλέφωνο μέσα στην νύχτα, << θα με προδώσεις σύντομα και θα είναι μια γυναίκα που την ξέρω>>. Εκείνος γελάει, επιμένει πως αυτό δεν θα γίνει ποτέ, γίνεται εύθικτος. Δεν την πείθει, όλη την νύχτα μασάει τα σεντόνια της. Την επόμενη μέρα, ανεβαίνει την φιδογυριστή σκάλα, ένα ακριβό, γνωστό άρωμα την αναποδογυρίζει χωρίς τον παραμικρό οίκτο .Την ξέρει, έχει ποζάρει γι αυτόν πολλές φορές. Τους ακούει να γελάνε, ένας άντρας γνωστός στα μάτια της , ρίχνει με χάρη στους ώμους μιας καστανοκκόκινης γυναίκας μια εσάρπα που προφανώς της είχε πέσει. Την φιλάει στο στόμα, αυτά τα φιλιά εμπεριέχουν και υλικές ανταμοιβές, θα τον βοηθήσει σε ότι της ζητήσει. Τον γνωρίζει. Είναι ότι έμεινε από εκείνον. Πόσο θα άντεχε σε εκείνο το δώμα με μια ηλεκτρική μικρή σόμπα; Είναι αυτό που έμεινε από εκείνον. Οι φιλοδοξίες του ήταν πάντα ισχυρές, έδωσε τον εαυτό της γνωρίζοντας το καλά. Τους χαιρέτησε μπαίνοντας στο μικρό δωμάτιο, ακόμη κι αυτό δεν έδειξε να την αναγνωρίζει. Εκείνος είχε απλά στα μάτια μια μικρή σταγόνα λύπης. Πέρασαν χρόνια, όχι πολλά ,έμαθε από τις εφημερίδες για έναν λαμπρό ζωγράφο που έκανε έκθεση στην Νέα Υόρκη και είχε μεγάλη επιτυχία, την ίδια που είχε ένας Έλληνας επίσης, σκηνοθέτης. Η Ελλάδα της κρίσης τώρα μεγαλουργούσε μακριά της.. Σκεφτηκε πως είχε ζωγραφίσει πολλές γυναίκες όσο ήταν μαζί της, αλλά όχι την ίδια. Δεν την άγγιξε τίποτε. Είχε αλλάξει το δέρμα της. Ζούσε σε ένα υπόγειο κι έκανε παρέα με ποντίκια κι ανθρώπινα ράκη. Άνοιξε ένα πλαστικό μπουκάλι φτηνό κρασί και ήπιε.Έπειτα έδωσε την εφημερίδα στον άντρα που καθόταν δίπλα της κι έπινε κι αυτός. <<Μεγάλη περσόνα ο τύπος ρε Μίμη ,και δεν αξίζει φράγκο>>, του είπε νοιώθοντας το κεφάλι της να ζεσταίνεται από τις πρώτες γουλιές. <<Γιατί ρε συ Βικάκι; Τον ήξερες ποτέ;>> <<Τον ήξερα , εμένα όμως δεν κατάφερε να με κοροιδέψει, τους άλλους ναι. Μόνο σε ένα με κορόιδεψε, πως άξιζε να του δώσω τον εαυτό μου. Άκου ρε, ολόκληρος εαυτός να δοθεί σε ένα τίποτε ..>> Τώρα έσερνε τις λέξεις της και το βλέμμα της είχε θολώσει σαν το ψάρι λίγο πριν πεθάνει. <<Και σε τι δεν σε κορόιδεψε ρε Βικάκι θες να πεις;>> << Πως άξιζε κάτι ρε Μίμη, πως ήταν κάτι, ήταν αυτή η ρωγμή, αυτή η τρύπα που μπάζει νερά και προσπαθούμε να την καλύψουμε λέγοντας σκάσε ρε, σκάσε, εγώ θα του δοθώ γιατί αξίζει, η τρύπα μου το λεγε ρε Μίμη, ο τύπος δεν αξίζει μία, αλλά εγώ εκεί, δεν βαριέσαι>> Σηκώθηκε σαν βάρκα σε μποφορ που την βρίσκουν στο πλάι. Έβαλε φωτιά στην εφημερίδα κι άρχισε να γελάει, να γελάει, να γελάει ώσπου να σταματήσει απότομα σαν να μην έγινε τίποτε και ποτέ .Σιωπή, σαν από χιόνι. Μια ρωγμή στο πάτωμα. Αυτό της συνέβη, να νοιώσει πως είναι μια ρωγμή στο πάτωμα. Κι όλα κλείδωσαν σε αυτήν την εικόνα. Την βρήκα σε μια ψυχιατρική κλινική. Ήμουν ο γιατρός της και μάθαινα σιγά σιγά την ιστορία της. Με εμπιστεύτηκε αμέσως. Δεν της είπα ποτέ πως οι μεγάλες επιταγές που έπαιρνε η κλινική ήταν ευεργεσία κάποιου μεγάλου ζωγράφου που ζούσε στην Αμερική και πως είχε περάσει να την δει πολλές φορές. Είχε μια ασθένεια που δεν τον άφηνε να πιάσει πινέλο στα χέρια, αυτοάνοσο ήταν. Ζούσε από την κληρονομιά της πάμπλουτης γυναίκας του που είχε πεθάνει δυό χρόνια πριν. Τα έργα του δεν άξιζαν τίποτε, η κριτική στην στήλη μιας συντηρητικής εφημερίδας με μεγάλη απήχηση στην Νέα Υόρκη είχε επηρεάσει αρνητικά το έργο του μόλις άρχισε να συζητιέται σαν ένας αστέρας στην γέννηση του. Σκέφτηκα πόσο εύκολο είναι να γίνεις μια ρωγμή στο πάτωμα. Αλλά και πόσο δύσκολο! Σπανιότατο πια! υγ. μια απλή , απλοϊκή ιστορία επηρεασμένη από την κάλπικη λίρα, την γνωστή ταινία με πρωταγωνιστές τον Δημήτρη Χορν και την Έλλη Λαμπέτη σε σκηνοθεσία του Γιώργου Τζαβέλλα

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2019


Έχω καιρό να πάω σε κοιμητήριο, τις νύχτες υπνοβατώ κι ανάβω κεράκια. Το πρωί είναι σβηστά στην κουζίνα , δίπλα στον μαρμάρινο νεροχύτη. Σκέφτομαι τις ατμόσφαιρες των νεκρών φίλων μου. Την απαλή γκρίζα ομίχλη του χειμωνιάτικου πρωινού. Το τοπίο που ντυθήκαμε μαζί. Είναι καιρός που δεν τους βλέπω στον ύπνο μου. Είναι καιρός που δεν ψάχνω να ενώσω το αίμα μου με των άλλων για να τους ονομάσω αδέλφια μου. Εκείνο το ζώο μέσα μου ίσως αναπαύεται σε ένα κόκκινο δάσος, ίσως πάλι να περιμένει την κατάλληλη στιγμή. Ξέροντας πως τίποτε δεν ήταν κατάλληλο για να ζήσουμε όλοι, κάτι παύει να φωνάζει. Κάτι που έχει το χρώμα του χιονιού κινείται στο δωμάτιο, κάτι σαν σφαίρα κυνηγάει ένα όνειρο ιδρωμένο. Τα πρωινά πουλιά πολύχρωμα έξω στον κήπο τραγουδούν ρόδα. Μπορώ να χαθώ για ώρες ακούγοντας τα. Τα ρόδα σπάνε, πιέζουν τα σπλάχνα, γυρίζουν το αίμα γρήγορα κάτω από το δέρμα. Και δεν ξέρει κανείς τι είναι πιο τραγικό, οι φίλοι που πέθαναν ή οι φίλοι που δεν θα κάνεις ποτέ γιατί έτσι έταξε η τύχη. Η αναγκαιότητα της τύχης ανήκει στα τραγικά στοιχεία της ζωής των ανθρώπων. Αυτών που υπνοβατούν κι αυτών που δεν περιμένουν τίποτε. Και μέσα τους τα αμάραντα ρόδα χρυσίζουν μια σιωπή σαν έπαρση μεσίστια μιας μαύρης σημαίας. Δεν θα σε βρω. Δεν θα μιλήσουμε σαν να ξέραμε ο ένας τον άλλον πριν την γέννηση του. Ελευθέρωσα τον εαυτό μου από τα μαρτύρια της αναμονής. Και κάπου κάπου ξεχνώ τον φοβο του θανάτου.

όσο πιό υψηλό είναι το κύμα των δονήσεων των σκέψεων και των νοημάτων που βρίσκει κάποιος στην ζωή ,τόσο χαμηλότερο είναι το προφίλ του, ο τρόπος που κινείται και ομιλεί. Είναι ζήτημα ισορροπίας. Η σπατάλη προσβλητικών λέξεων και η επίδειξη πνευματικών αγαθών για την προσπάθεια μείωσης των άλλων είναι αντιστρόφως ανάλογη του χαμηλότατου επίπεδου αυτού .

Popi Synodinou 20 Δεκεμβρίου 2018 στις 1:40 μ.μ. · Μερικές σκέψεις περί αυτών των ημερών.. Στα παιδικά μου χρόνια ετούτες τις ημέρες σκεφτόμουν έναν μαθητευόμενο μάγο που έχει τελειώσει την μύηση στην μαγεία κι έχει αρχίσει να παίρνει το δώρο του από τον δάσκαλο. Έβλεπα τον άνθρωπο μέσα από την κοπιαστική και βασανισμένη διαδρομή του να καταλήγει κάπου και να βλέπει το αποτέλεσμα. Έμπλεκα αρκετά την λογική με την μαγεία. Όταν άρχισα να κάνω την υπέρβαση του εγώ μου μου ανοίχτηκαν διάπλατα οι δρόμοι της μαγείας και ξεκαθάρισαν οι δρόμοι της λογικής. Επιχείρησα να διαβώ και τους δύο, ακραία όπως είναι εξάλλου η φύση μου, ίσως ατσούμπαλα και κάποτε και μονόπαντα όπως χτυπά ο βοριάς το καράβι στο πλάι. Υπήρξαν δηλαδή μικρές περίοδοι που ήμουν το ένα ή το άλλο. Φτάνοντας στο παραπάνω από το μισό της προσωπικής μου διαδρομής κατάλαβα πως η λογική χρειάζεται τόσο όσο για να μην υπάρξει η αυτοκαταστροφή. Πάντα είχα μια τάση σε αυτό και πάντα οι άλλοι όταν το ακούνε αυτό το μπλέκουν με τις ουσίες.Αλλά οι δικές μου ουσίες είναι των ανθρώπων οι πράξεις και τα έργα. Καταχράστηκα την υπομονή μου δικαιολογώντας τους άλλους. Ώσπου ο μάγος εντός μου έλαβε το βιβλίο της γνώσης ( φυσικά έχει να λάβει και άλλα) και το άνοιξε. Τα ήξερα αυτά που ήταν καταγεγραμμένα. Και ποτέ δεν κατάλαβα τις φορές που το ένστικτο μου με προειδοποίησε για την πιό συνήθη κι ανθρώπινη πράξη, την προδοσία, και ποτέ δεν κατάλαβα γιατί οι άλλοι αμφισβητούν αυτή την δύναμη. Ίσως γιατί την έχουν εντάξει στις τυχοδιωκτικές εργασίες , παράνομες και ψεύτικες θεωρίες που ξεγελούν τους άλλους υποσχόμενοι αυτά που θέλουν να ακούσουν. Όμως το ένστικτο προήλθε του πολιτισμού. Ίσως, σκέφτομαι, όταν επήλθε η έπαρση ως η πρώτη φύση του ανθρώπου τότε ακριβώς υπήρξε η ανάγκη των θρησκειών.. Και τότε το ένστικτο πήρε τον αποκλεισμό. Ας είναι. Δυσκολευομαι να κρατήσω εκείνη την αθωότητα των ματιών μου εκείνες τις ημέρες , να θυμηθώ ακριβώς την αγωνία μου να περιμένω τον αγιο Βασίλη αλλά τελικά να με παίρνει ο ύπνος. Μπορείς να σκεφτείς; Η αγωνία μου δεν ήταν για το δώρο αλλά το ότι δεν κατάφερα να τον πετύχω για να τον ευχαριστήσω. Εν κατακλείδι. Η μαγεία υπάρχει, είναι η παύση του χρόνου και του χώρου για κάποια λεπτά. Τότε* όταν ο άνθρωπος υπερβαίνει την μικρή του φύση, τότε που γίνεται από κόκκος της άμμου θάλασσα . Όταν δίνει και δίνεται σαν δώρο χωρίς αντίδωρο. Κάποτε δεν θα υπάρχει η επικοινωνία με αυτόν τον τρόπο. Θα επικοινωνούμε με την σκέψη μας.. Αλλά ως τότε θα έχουμε προλάβει να καταστραφούμε.. Κοιτάξτε προσεκτικά δίπλα και μέσα σας. Η μαγεία υπάρχει παντού. Στους μαθητευόμενους μάγους δώστε αγάπη. Κι όποιος χαρακτηρίζει την αγάπη γραφική προσπεράστε τον χωρίς δεύτερη σκέψη. Καθένας παίρνει το μάθημα του. Ο καθείς εφ' ω ετάχθη. Για να μεταφράσει κάποιος ε΄να βιβλίο δεν χρειάζεται να είναι γλωσσολόγος, χρειάζεται να μπει στο <<σπίτι >> του συγγραφέα. Για να κατανοήσεις την γλώσσα, την σκέψη του καθενός χρειάζεται οπωσδήποτε να μάθεις ανθρωπογνωσία . Δεν βλεπω ένα ποτήρι άδειο ή γεμάτο, βλεπω πως όλα είναι δρόμος. Δρόμος. Δρόμος, ανάπαυση, δρόμος, ανάπαυση. Ως το τέλος.. Π.Σ

Ο κύρ-Αλέξανδρος έχει φύγει από χρόνια, ήπιε το τελευταίο του ποτήρι μάζεψε τα τσιγάρα του και κοίταξε την θάλασσα. Εκεί τον είδαν κάποιοι ψαράδες να βαδίζει στον βυθό. Εκεί τον βλέπω κι εγώ όποτε πέφτω μέσα σε όνειρα που στάζουν νερό τα κεραμίδια. Αυλές με λειχήνες και γραμμές μούχλας που τραβούν κάτω από τις πλάκες για τα υπόγεια. Ρίγη κρύου διαπερνούν τους φτωχούληδες του θεού στις κάμαρες με το κομμένο ρεύμα. Κι οι άστεγοι συτροφεύουν την μοναξιά τους με σκυλιά, τα σκυλιά σε κοιτούν με ευγνωμοσύνη όταν ρίχνεις λεφτά στο πλαστικό ποτήρι. Είναι εκπαιδευμένα στις σκληρές αποστολές.. Στην άλλη μεριά της γης ένας πολεμοχαρής τύπος που μοιαζει με υβρίδιο ανθρώπινο, μιλάει στο τηλέφωνο, ενημερώνει με τον τρόπο του ένα επτάχρονο κορίτσι πως δεν υπάρχει άγιος Βασίλης. Το κορίτσι συνεχίζει να περιμένει κάτω από το δέντρο των Χριστουγέννων χωρίς να του δίνει σημασία.. Οι εορτές αυτές έχουν σκληρότητα. Οι πυκνές αντιθέσεις σε εξοντώνουν ψυχικά εαν έχεις ευαισθησίες. Τα υπόγεια είναι σκοτεινά και σιωπηλά και τα ρετιρέ είναι φωταγωγημένα και γεμάτα ανθρώπους που πίνουν κρασί και μιλούν έντονα. Η αλήθεια είναι πως τέτοιες ημέρες θα ήθελα να μην έχω παρατηρητικότητα, να μην έχω διάθεση να βλέπω τις λεπτομέρειες στην υγρασία των ματιών. Θυμάμαι τις ιστορίες του κυρ-Αλέξανδρου, τους φόνους και τα δηλητήρια που μοιράζουν οι άνθρωποι ο ένας στον άλλον αντί για δώρα. Σκέφτομαι κα΄θε τι μοναχικό να συντροφεύεται από άνθη με έντονο άρωμα. Τον κόσμο που δεν καταλαβαίνει ότι χάνεται. Τα παιδιά που σκοτώνονται στα σύνορα. Και τους ανθρώπους υβρίδια να κυβερνούν τον κόσμο με χαλασμένα πιλοτήρια.. Μάταιες οι ερωτήσεις, μάταιες κι οι απαντήσεις. Μόνο εκείνα τα κεραμίδια που στάζουν. Εκείνη η σιωπή που μιλάει για όλα. Κατεβάστε με από την γη. Γυρίζει επικίνδυνα κι εκείνος ο ίλιγγος με έχει ξαναβρεί. Τον ήξερε ο κυρ- Αλέξανδρος καλά.

Ευχές και υπενθυμίσεις για το 2019 Να αγαπούμε τον εαυτό μας και να τον προσέχουμε όπως ακριβώς κάνουμε και για τους άλλους. Η αναζήτηση της τελειότητας κάποιες φορές σε καθιστά δούλο της. Η χειραγώγηση έχει πολλές μορφές, αρκετά επικίνδυνη είναι αυτή που φορά το πρόσωπο της αγάπης. Όσοι κάπου εξαπατηθήκαμε ας μην το φέρουμε βαρέως. Η υγεια είναι το πιο ακριβό αγαθό. Οι τοξικοί άνθρωποι βρίσκονται ανάμεσα μας, προσπεράστε βιαστικά, δεν είστε ούτε ψυχολόγοι ούτε εκτελείτε κάποιο είδος αποστολής σωτηρίας τους. Αφήστε τους ψεύτες να ζήσουν κι αυτοί, σπανίζουν αυτοί που διαθέτουν δεινή υποκριτική δυνατότητα, όλα περιορίζονται σε ένα <<θα>>. Η ελευθερία δεν έχει τάσεις φυγής, απλά ξέρει να επιλέγει λόγω αυτονομίας να βρίσκεται στην κατάλληλη θέση την κατάλληλη στιγμή. Γιατί να μισείς και να φθονείς ενώ μπορείς θαυμάσια να λιγωθείς από αγάπη; Να μπορείτε να βλέπετε την κατάλληλη στιγμή που θα αποχωρίσετε ή θα αποχωριστείτε κάτι. Υπάρχει διαφορά από το είμαι έτοιμος στις περιστάσεις της ζωής από το αμφιβάλλω για όλα, το τελευταιο ενέχει τοξικότητα.. Αγκαλιάστε τους ανθρώπους που αγαπάτε, πείτε τους πόσο πολύτιμοι και όμορφοι είναι. Συγχωρείστε τον εαυτό σας, μην περιμένετε να το κάνουν οι άλλοι. Ξεχωρίστε το σύνδρομο του καλού ανθρώπου από τον καλό άνθρωπο, η ψυχική ποιότητα βρίσκεται στον δεύτερο. Ένας πολύ καλός στοχος είναι να μάθουμε να μην εξαρτόμαστε από τίποτε. Ο χρήσιμος άνθρωπος στην κοινωνία ας αντικατασταθεί από το ο ωραίος άνθρωπος στην κοινωνία. Όσο ζεις μαθαίνεις, άσε τους ανόητους να πιστεύουν πως τα ξέρουν όλα. Τα πιο πολλά κόμπλεξ βρίσκονται σε αυτόν που θέλει να διορθώνει τους πάντες λέγοντας και την τελευταία λέξη. Αυτοί που παριστάνουν τα θύματα δεν είναι το ίδιο επικίνδυνοι όπως αυτοί που ενώ είναι θύματα σέβονται τους δήμιους και βιαστές τους. Είναι κουτό να μπερδεύει κανείς τον ταπεινό άνθρωπο με αυτόν που έχει μετριοφροσύνη. Και οι ρυτίδες ζητούν την δική τους ανάγνωση , άλλες έγιναν από χαμόγελα, άλλες από λύπη κι άλλες από κρυμένο φθόνο. Η θάλασσα είναι ίαση, από εκεί ήρθαμε και εκεί βρίσκουμε τις μνήμες μας. Μια γερή ενδοσκόπηση μοιάζει σαν την ανασκόπηση όλων των εαυτών μας. Αυτός που νιώθει ευτυχισμένος να θυμάται πως όσο περισσότερο ευτυχισμένος νιώθει τόσο εύκολα η ευτυχία του μπορεί να ξεφουσκώσει και να πέσει στο πάτωμα. Περί ευτυχίας, η ευτυχία μεγαλώνει όταν μοιράζεται. Αν δεν κάνετε καλή παρέα με τον εαυτό σας τότε κάτι πηγαίνει λάθος. Τέλος, καμία χρονιά δεν είναι αυτή που ονειρευόμαστε, όσο μεγαλύτερες οι επιθυμίες και οι προσδοκίες, τόσες και οι απογοητεύσεις. Εύχομαι απλά λιγότερες αναποδιές,λιγότερες προδοσίες, υγεία , αγάπη που δεν θα σβήνει για όλους μας. Πόπη, όπως Ποπάκι ή παπάκι..

ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΑΚΙ ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΠΑΙΔΙΑ Ο βασιλιάς της λύπης καλεί τον κόσμο των πόλεων σε γεύματα. Έχει ένα μαύρο πουλί καθισμένο στον δεξί του ώμο και βάζει σφραγίδες σε κόλλες από κίτρινο χαρτί. Τα γεύματα που παραθέτει είναι τα νέα σε εφημερίδες και γυάλινες οθόνες που τους έχει απαγορέψει τις καλές ειδήσεις. Έτσι συνηθίζουν όλοι να ακούν τις κακές ειδήσεις χωρίς να αντιδρούν. Κάποιες πεταλούδες ερχόμενες από μακριά προσπαθουν να γεμίσουν χρώμα με την μορφή και το πέταγμα τους αλλά αυτό δεν είναι παρά ελάχιστες φορές δυνατόν. Η θάλασσα ξεμακραίνει, τα βουνά κουνιούνται και τα ηφαίστεια ξυπνούν. Προσπαθούν να ξυπνήσουν τον τρόμο και το ενδιαφέρον για την ζωή αλλά ακόμη κι αυτό ξεχνιέται γρήγορα. Μονο τα θύματα μετρούνται και καταγράφονται. Οι ερωτευμένοι ακρωτηριάζονται σιγά σιγά και τα παιδιά ξεμακραίνουν από τους γονείς τους γιατί δεν γεννήθηκαν για την λύπη. Τα παγκάκια ακούνε με προθυμία τις ιστορίες των πεσσόντων. Αυτοί που αντιστέκονται ασχολούνται με τις τέχνες και παίρνουν ποιήματα στις τσέπες των παλτών τους τραβώντας για άγνωστη κατεύθυνση. Ο βασιλιάς της λύπης έχει πολλά παιδιά. Ολα προσπαθούν και καταφέρνουν να εξαφανίσουν τον βασιλιά της χαράς. Όμως όλο και κάποιο παιδί του ξεφεύγει. Κάποιες φορές έρχεται από μακριά μια όμορφη γυναίκα με μια βαλίτσα. Το μυαλό της είναι ένα τεράστιο λούνα παρκ και το κεφάλι της είναι μια αρχαία προτομή. Τα ματια της είναι πρασινες λίμνες που κατοικούν νουφαρα. Μιλούν τα αρχαία είδωλα. Ξέρουν καλά πως ότι καταστράφηκε στο παρελθόν από τους ανθρώπους ήταν γιατί είχαν μολυνθεί από την λύπη. Κανένας που είναι χαρούμενος δεν έχει την ανάγκη της καταστροφής. Η χαρά είναι το αντίθετο της λύπης, ένα στροφάρισμα είναι στην αντίθετη κατεύθυνση. Αλλά η χαρά θέλει κόπο ενώ η λύπη συνηθίζεται, σε παίρνει εκεινο το μαύρο πουλί στην πλάτη του και βολεύεσαι, έτσι αυτοεξυπηρετείσαι. ΜΕ την αρχαία συνήθεια των ανθρώπων, την μιζέρια που δεν ξεβολεύεται για κανέναν. Όμως γυρίζει ο κόσμος κι ίσως κάποτε ζαλιστεί ο βασιλιάς της λύπης και πέσει. Είναι μια κρυφή ελπίδα που οι κάτοικοι δεν μιλούν γι αυτό, φοβούμενοι την εκδίκηση του. Κι έτσι η ελπίδα μένει βουβή αφού δεν μιλιέται, δεν επικοινωνειται η παρουσία της από κανέναν. Μάλιστα ,όποτε σπάνια κάποιος θυμίζει την παρουσία της τον λένε γραφικό και φαντασιόπληκτο. Και ξεμπερδεύουν.

( ΤΙ σχέση έχει η ΛΟρίν Μπακόλ με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;) Στο Χόλλυγουντ οι πιστοί του χρήματος βρίσκουν αγγέλους χωρίς φτερά και τους φτιάχνουν ρόλους για να γεμίσει το λευκό πανί των θαυμάτων. Πολλές φορές, αυτοί οι ρόλοι, γίνονται άγριες περσόνες, κυνηγούν τα πρόσωπα που τις φορούν επιδιώκοντας την επανάληψη της επιτυχίας. Και σιγά σιγά εξορίζεται ο άγγελος της ύπαρξης κι εγκαθίσταται η περσόνα, αυτή που θα γεμίσει τα ταμεία και το πλήθος. Ο ηθοποιός είναι ζώο ανασφαλές, πως θα μπορούσε να μπει εξάλου σε ένα άλλο δέρμα έχοντας σιγουριά και πληρότητα; Η πληρότητα έρχεται την στιγμή της πράξης, της δημιουργίας, στο τέλος του έργου το κοντέρ γυρίζει από την αρχή και ο δρόμος της ανασφάλειας ξαναγυρίζει εκθαμβωτικός μπροστά στον καθρέφτη. Η Λορίν Μπακόλ μισούσε την φαμ-φαταλ που την είχαν ταυτίσει. Και σιγά σιγά εξορίστηκε από τα γραφεία των παραγόντων που λάτρευαν το χρήμα κι όχι μόνο την μαγεία του σινεμά. Σκέφτομαι πως ένα είδος περσόνας χτίζει κάποιος κι εδώ μέσα, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Με την διαφορά πως όσα μέσα και να βρίσκονται ώστε να κόβονται οι ρυτίδες, να φτιάχνει ένας χαλαρός λαιμός , να φτιάχνει το οβαλ του προσώπου που ο χρόνος γκρεμίζει, η ευχαρίστηση που παίρνει κανείς από το χειροκρότημα που δεν ακούγεται εξαιτίας αυτού του ψεύτικου, γρήγορα πέφτει καθώς η πραγματιότητα του καθρέφτη είναι εκεί. Και φυσικά τα ταλέντα κι η δημόσια αναγνώριση μέσα από την οθόνη είναι κάτω από γερή αμφισβήτηση. Ενας σκληρός παρατηρητής που διαθέτει αετίσιο μάτι θα διαπιστώσει με δυσαρέσκεια πως αυτοί που τυγχάνουν αυτής της επιπλαστης αναγνώρισης είναι συνήθως περσόνες- χειραγωγοί. ΒΡίζουν τους τολμούντες που κάνουν κριτική δυσάρεστη σε αυτούς κι ευχαριστούν τους φιλικούς προς αυτους.Και φυσικά αξιοποιούν άλλοι πιο χαριτωμένα κι άλλοι βγάζοντας μάτι τις γνωριμίες που θα εξυπηρετήσουν τους σκοπούς τους.. 'Ενα γελοίο παιχνίδι που έπαψε να μου δίνει ευχαρίστηση αφού η παρατήρηση του δεν μου δίνει πλέον καμία έξαψη στο να βρω καινούργιες γνωσιακές πληροφορίες για το συγκεκριμένο πλέον είδος και του δότη και του λήπτη.. Η μαγεία δεν είναι κάτι παθητικό. Ειναι δότης και αποδέκτης. Αυτής της μαγείας πλέον γινόμαστε ελάχιστοι σαν αποδέκτες γιατί αγωνιζόμαστε στο χτίσιμο και την συντήρηση μιας περσονας που εξυπηρετεί ανάγκες που καμία σχέση δεν έχουν με την μαγεία της τέχνης και της ανθρωπιάς. Αφορά μόνο την αναγνωρισιμότητα, την στιγμιαία που είχε πει ο Γουόρχολ.. Αφήνω στην άκρη τα θετικά των μέσων αυτών που είναι άπειρα. Μένω στην παραπλάνηση, την εξαπατηση και τον χειρισμό , δεν εγείρομαι φυσικά μόνο για τις περσόνες αλλά για την γενική τυφλότητα και την ευκαιριακή προοπτική του τίποτε.. Τον δεύτερο π.χ αιώνα ο Τερέντιος έγραψε πως << δεν υπάρχει τίποτε που να μην έχει ειπωθεί>> ενώ ο Αντρέ Ζιντ αιώνες μετά είπε πως << Οτιδηποτε ήταν απαραίτητο να ειπωθεί έχει ήδη ειπωθεί. Όμως μια και κανείς δεν ακούει, όλα πρέπει να ειπωθούν ξανά>>. Παρακολουθώντας χτες στην τηλεόραση ένα αφιέρωμα στην Λορίν Μπακόλ θυμήθηκα τα λόγια αυτά και με όλη μου την καρδιά συμφώνησα αλλά σκέφτηκα πως η ομορφιά της Λορίν και κάποιων άλλων λίγων είναι κάτι που συνεχώς εξιστορείται. Δεν παύει αυτή η αληθινή διήγηση της ομορφιάς και φυσικά κάθε ομορφιά έχει κι ένα μέρος μιας ιδιαίτερης θλίψης και μαγείας.Κι αυτό είναι που σε καθιστά εκτός από παρατηρητή και μέρος της.Η ομορφιά είναι άδολη. Και ναι, η ομορφιά της Λορίν Μπακόλ με φέρνει σε αφωνία, σε αγλωσσία κι αυτό είναι μαγεία..

Το πιο σκληρο φως το βρίσκω το πρωί στα βράχια των Κυκλάδων και το πιο απαλό στα πρόσωπα που αφηγούνται ναυαγισμένες προσωπικές ιστορίες τους- σε ταβέρνες που η παλαιότητα τους τις αγιοποιεί σχεδόν κι είναι η στιγμή που το μεσημέρι αποχωρεί για να έρθει το απόγευμα. Το φως είναι αφήγηση...