Τρίτη 13 Αυγούστου 2019


Η Γιούζου έγειρε μέσα στην νεκρική αχλή του ραδιενεργού μανιταριού ενώ χιλιάδες φωνές έσμιγαν με την δική της. Ο θάνατος φανέρωνε στους άτυχους το πιο φρικτό πρόσωπο του μέσα σε εκρήξεις χημικής φωταψίας. Δεν προλάβαινε να χαιρετήσει τον αγαπημένο της, δεν προλάβαινε να φορέσει το κιμονό της ερωτικής παράδοσης, δεν προλάβαινε να αποχαιρετήσει τον γάτο της. Ένα θλιβερό αποτύπωμα σκόνης φώτισε τα πάντα κι ύστερα έπεσε μια θανατερή σιωπή. Όλα ε΄λαμπαν απόκοσμα, όλα έμειναν εκεί σαν σιωπηλές περσόνες που υμνούσαν τον θάνατο. Το βουβό κλάμα της φύσης έσμιξε με αυτό των ανθρώπων. Ότι αθώο κάηκε στην χρονοκάψουλα για πάντα. Η Γιούζου κοιμήθηκε προλαβαίνοντας να αφήσει ένα χαμόγελο στο πρόσωπο της . Έτσι ήθελε να την βρει ο αγαπημένος της . Τον αγαπούσε πάνω από τις δυνάμεις της, πέρα από αυτό που λέγεται εαυτός. Πρόλαβε να σκεφτεί πως η στέρηση του εαυτούς της θα πλήγωνε ανεπανόρθωτα τον αγαπημένο της, πιο πολύ αυτό την πλήγωνε τώρα , όχι το τέλος της. Τα χέρια της σταύρωσαν σε ένα μικρό αγκάλιασμα μπροστά στο στήθος της σαν να αγκάλιαζε εκείνον και η υπόλευκη ατμόσφαιρα την τράβηξε αλλού, σε αυτό που ονομάστηκε θάνατος.. Το αποτύπωμα της Γιούζου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου