Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019


Κοιμόταν έχοντας στο στόμα την γραμμή της απώλειας. Θρυμματισμένοι κόσμοι αντέστρεψαν τα μάτια τους στο παρόν. Ταξίδεψε στην στιγμή που τα παιδικά χρόνια ήταν πλαστικά μανταλάκια ,χαλασμένα στο σχοινί από τον ήλιο. Έτρεχαν όλες της οι ζωές στριμωγμένες μέσα σε ένα βαγόνι τρένου που κυλούσε στις ράγες τρίζοντας σαν να ερχόταν από τον άλλο κόσμο. Το συριχτό του την ξύπνησε απότομα. Σηκώθηκε, ήπιε νερό , ήταν αδύνατον να κοιμηθεί. Στάλες ιδρώτα χάραξαν την πλάτη της. Φάνηκαν στο μέτωπο της. Το σπίτι της ήταν ορεινό, τον τελευταίο καιρό είχε γεμίσει τσιγάρα και σαχλούς κόλακες. Υπήρχε κάτι οδυνηρό σκέφτηκε, στην ατμόσφαιρα του σπιτιού. Την στιγμή που το σκέφτηκε ένας απαίσιος συριγμός ακούστηκε από τα βάθη του σπιτιού. Το σπίτι άνοιξε κι από μέσα του άρχισαν να βγαίνουν συνδεδεμένα με αιμάτινες κλωστές ενωμένοι όλοι οι θεατρικοί της ρόλοι , οι εραστές της και οι συμβιβασμοί. Το σπίτι άρχισε να χορεύει γύρω της σηκώνοντας σκόνες και αφήνοντας ουρλιαχτά σαν κάποιοι να καίγονταν μπροστά της. Η ζωή της ήταν * φώναζε η ζωή της πως δεν την άντεχε άλλο, δεν άντεχε ότι δεν έζησε. ΒΓήκε από το σπίτι τρέχοντας. Το είδε να γκρεμίζεται σαν να πέφτει χαρτί. Άρχισε να τρέχει. Μακριά από ότι την πλήγωνε και της κάρφωνε τις αλήθειες στα οστά. Το δέρμα της άνοιξε, σαν τους τοίχους του σπιτιού. Παντού αίμα και υγρά καθώς έπιανε τον εαυτό της. Ξύπνησε από το κλάμα της.. Όλα γύρω της ίδια όταν άνοιξε τα μάτια της. Κι ΄όμως* σαν να μην κοιμήθηκε ούτε λεπτό. Έλεγε πως υπέφερε από αυπνία. Αλλά αυτό που ήταν η αιτία ήταν πως όλα της τα πορτρέτα ζούσαν για την υπόληψη. Όλες οι δεκαετίες είχαν τον αράχνινο ιστό τους γύρω από την υπόληψη, σκλάβες , υπόδουλες για πάντα. - Αυπνία-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου