Τετάρτη 1 Αυγούστου 2018


Ονειρεύτηκα πως ήμουν μέσα σου, κοιλάδες ευδαιμονικές έγιναν οι αρτηρίες μου και στο μέρος της καρδιάς μια θαλάσσια ανεμώνη, ένα ανοιχτό παράθυρο στο σοκάκι άφηνε τις κουρτίνες να χορεύουν στον φρέσκο αέρα και μια ντροπαλή δροσιά χρύσιζε στο κάτω σπίτι, όταν έγινε νύχτα, από τον γυάλινο φεγγίτη στην παταρού άρχισαν να μπαίνουν τα αστέρια του ουρανού, γέμισε φωτοχυσίες το δωμάτιο και έμπαιναν στο στέρνο μας μεθοδικά, λάμπαμε αστέρια χωρίς όνομα, ύστερα σου είπα πως σε ξέρω πριν την σύλληψη σου σαν άνθρωπο, σταθήκαμε απέναντι ο ένας από τον άλλον και γίναμε ψάρια που χόρευαν εκστασιασμένα το ένα δίπλα στο άλλο, παράλληλοι κόσμοι ενωμένοι σε έναν, δίχως φόβο για τον θάνατο και το άγνωστο σύμπαν, γίναμε εκβολές αισθήσεων αβίαστα, τρυγήσαμε τα μυστικά μας και τα σκορπίσαμε έξω από τον νησί, τόσο φως δεν χωρά μυστικά, ύστερα θυμήθηκα πως μέσα σου είχα την πρώτη μου ενόραση που την ονόμασα Όσιρι, καθώς περπατούσα ανάμεσα στις θυμωνιές και τις ρίγανες φώναξα τον Όσιρι, μετά διάβασα γι αυτόν και ήξερα πως ένα κομμάτι μου ήρθε από την Αίγυπτο εδώ, έγινες Αμοργός και σε δόξασα με χίλιες ευχές για την καλοσύνη που μου μεταβίβασες μέσα στο όνειρο, ασίγαστα και χωρίς φραγμούς, πετάξαμε πάνω από το μικρό πικρό φαράγκι, πάνω από τις λευκές φιγούρες των σπιτιών, πάνω από τα ταβερνάκια που ησύχαζαν πια από τις ανθρώπινες φωνές, κι ύστερα βρεθήκαμε σε μια σπηλιά που ένας άγγελος με λευκά μαλλιά γέμισε με μια χλομή αύρα την ατμόσφαιρα, μας χαμογέλασε γλυκά και τα μάτια του ήταν αλάτι και πέτρα, τον αγάπησα αμέσως, πετάξαμε σαν άνθρωποι πια κρατώντας κάτι από μια ευλογημένη σιωπή ευγνωμοσύνης, εσύ κρατούσες το φτερό του καρχαρία του ποιητή κι εγώ έναν κόχυλα που μου έφερε τους ήχους στο αυτί όλων των καραβιών που ταξιδεψα από βρέφος ακόμη, άκουγα κι έκλαιγα, έκλαιγα από χαρά, θεέ μου πόσον καιρό είχα να σπαράξω στο στήθος μου κλαίγοντας από χαρά, ξύπνησα με μάγουλα βρεγμένα κι έκανα μια ευχή, ότι αγαπώ να ζει ευτυχισμένο... - Το όνειρο της χτεσινής νύχτας-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου