Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2019


Πολλές φορές φοράω το μάτι ενός αλόγου που βρίσκεται σε καλπασμό, βουτάω στο μπλε του κοβαλτίου και καταβυθίζομαι, πότε ανεβαίνω, παίρνω ανάσες και πότε μπλέκομαι σε δίνες στον ανακατεμένο βυθό . Η άβυσσος πάντα είναι ο στόχος, ρούχα αρχαία φορεμένα στην πέτρα, με τον ήλιο να αναπηδάει κάτω από τα βλέφαρα και να διασχίζει την πλάτη πνιγμένη στον ιδρώτα. Η επιθανάτια αγωνία των νεκρών μου ,πολλές φορές μου στραγγίζει τον πνεύμονα, τότε ακριβώς μου κόβεται η ανάσα. Νύχτες που οδηγούνται από την αυπνία, ένας βαθιά ηλικωμένος ερημίτης μου φέρνει την κάρτα του Ιεροφάντη, του λέω, με φοβίζουν τα ιερά, χρειάζεται να γίνω άνθρωπος για να τα αφήσω να με οδηγήσουν σε εκείνη την αόρατη πόρτα. Καταλαμβάνομαι από μέθη ,υγρό μούδιασμα στο μυαλό και την καρδιά, και μια γλυκιά ηρεμία, σαν εκείνη που τα ξέρει όλα από πριν, χωρίς ίχνος αγωνίας, πράγμα που μου συμβαίνει σπάνια. Εξαιρώ τους κανόνες και αυτοαναφέρομαι, οι κανόνες είναι για επίδειξη και ομοιομορφίες. Για εμένα μιλώ ,και το νησί μου, εκείνα τα σύννεφα που μουλιάζουν εντός μου, κι όλες τις γυναίκες με τα λευκά μαντίλια στο κεφάλι. Σε αγαπώ, αλλά ζητώ να είμαι ελεύθερη, είναι εκείνο το μάτι του αλόγου που με μαστιγώνει αλλά και ταυτόχρονα με μαγνητίζει, ακινητοποιώντας με στον χρόνο. Οι ρωγμές μου, είναι μπλε του κοβαλτίου. -Γιατί θυμήθηκα-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου