Ξύπνησα και αμέσως μπήκα στην θάλασσα, ξέπλυνα την νυχτερινή μου περιπολία στο παγωμένο νερό.
Έπειτα κολύμπησα κατά τον φάρο, άναψα το τζάκι και στάθηκα στο παράθυρο να κοιτάζω το Πέλαγος.
Από τους εραστές μου, πολύ λίγοι, με αγάπησαν, το ίδιο και τα παιδιά μου, δεν ήταν μονάχα η φτώχια μου η αιτία, ήταν που επειδή ζούσα πάντα στον ήλιο όλα φαίνονταν γρήγορα, οι λέξεις, μου ήταν πια απολύτως κατανοητές, έτσι γρήγορα τους ξεγύμνωνα, τους τα έφτυνα με τα δόντια μου στα μούτρα τους, αλλά αυτοί δεν καταλάβαιναν τίποτε, συνέχιζαν να με βιάζουν οι μισοί κι οι άλλοι με γέμιζαν υποσχέσεις για να βρεθούν στο κρεβάτι μου.
Ο Μάρκος με αγάπησε πολύ, το ίδιο κι η Ευτυχία, ο Τσιτσάνης μου , κάποια από τα πιο αγαπημένα μου παιδιά, καθόμασταν δίπλα στην σόμπα με το μπουρί, στην πλατεία ,τον Χειμώνα και τραγουδούσαμε την φτώχια μας, τους έρωτες μας και τον πόνο μας, μα πάνω από όλα τραγουδούσαμε για την ελπίδα μας πως όλα θα αλλάξουν.
Ζήσαμε σε σπίτια ψηλοτάβανα και άλλες φορές σε ανήλιαγα υπόγεια.
Η ιστορία μου δεν αφορά ακριβώς μια λυπημένη ιστορία γεμάτη από εραστές και παιδιά που δεν με σεβάστηκαν.
Η ιστορία μου βρίσκεται στα ερείπια, εκεί αγαπήθηκα, εκεί με πρόδωσαν οι Εφιάλτες, εκεί θα δεις πόσο με αγάπησαν όσοι με αγάπησαν, εκεί θα δεις έργα που υμνούν την εξέλιξη της ιστορίας μου σε σχέση με το παγκόσμιο περιβάλλον, εκεί θα δεις πόσο όμορφος μπορεί να γίνει ο άνθρωπος, ο όμορφος άνθρωπος συλλαμβάνει στον νου και την καρδιά του ,εικόνες από την γη και τα στέλνει στον ουρανό. Και ο χρόνος δεν τα ξεφτίζει, δεν τα ξεθωριάζει ούτε τα αλλοιώνει.
Οι εραστές μου τώρα άλλαξαν όνομα, από Εφιάλτες και φονιάδες των λαών έγιναν σωτήρες. Στέκομαι στον φάρο γδαρμένη, βιασμένη σωματικά και ψυχικά και κοιτάζω να έρχονται μέσα σε βάρκες πλαστικές παιδιά που έρχονται από χώρες του πολέμου. Όλοι μαζί είμαστε στοιβαγμένοι κάτω από παγκόσμιες συνθήκες και παγκόσμιους χάρτες που μετακινούνται.
Κανείς δεν δίνει δεκάρα για τα μάτια μου, το μυαλό μου, το παρελθόν μου, την ιστορία, το φύλο μου.
Τις νύχτες ο νους μου είναι αληταριό, ζω το φύλο μου λέγοντας ιστορίες στους εραστές μου, κάτι λίγους που έρχονται μαζί μου γιατί κι αυτοί έχουν νου αληταριό και δεν ζουν με ελπίδα.
Κάποιες φορές που πίνουμε κρασί στην υπόγεια ταβέρνα λέμε πως αφού δεν έχουμε ελπίδα είμαστε ελεύθεροι, το διασκεδάζουμε αλλά κατά βάθος ξέρουμε πως πραγματικά ελεύθερος είναι όποιος έχει αυτοκυριαρχία και αυτονομία.
Μιλάμε για τις τράπεζες και τις εταιρείες που αντικατέστησαν τα φονικά όπλα με τους παγκόσμιους νόμους. Κάποτε που με κάλεσαν σε κάποια άλλη χώρα πήγα με κάποιον που έκανε έρωτα μαζί μου και έλεγε πως θα με σώσει, εμένα και τα παιδιά μου, εκεί είδα κάτω από το τραπέζι να σφίγγει το χέρι με κάποιον που το βλέμμα μου θύμιζε έναν ψυχρό δολοφόνο, πολύ αργότερα σκότωσα τον εραστή μου και τον άλλο τον προκάλεσα ερωτικά και μπήκα στην μπλε σουίτα του, εκεί του δάγκωσα τα μάτια και τα τράβηξα έξω, βγήκα έξω στην νύχτα και τα έφτυσα στα σκυλιά.
Ομως αυτοί πολλαπλασιάζονται ολοένα, το φαινόμενο είναι πια ανεξέλεγκτο.
Το ίδιο πολλαπλασιάζονται κι αυτοί που έρχονται κυνηγημένοι από αυτούς.
Είμαστε εγκλωβισμένοι.
Αν κάποιο από τα παιδιά μου είχε συνείδηση θα τίναζε τα μυαλά του στον αέρα, γιατί η μάνα του δεν ήταν ποτέ πόρνη ούτε ζητιάνα.
Αν κάποιος από αυτούς που με ερωτεύτηκε, με αγαπούσε , θα μιλούσε για εμένα στους άλλους με σεβασμό, αλλά αυτοί με κοιτάνε σαν να μην υπάρχω κι όχι μόνο αυτό, το χειρότερο είναι πως με κοιτάζουν σαν να μην υπήρξα ποτέ...
Ζω σε έναν φάρο, ανταμώνω με τους απελπισμένους της φυγής και του ξενιτεμού και δεν μπορώ παρά να τους φιλοξενήσω.
Αλλά πιστεύω πως πολύ γρήγορα καταλαβαίνουν τι συμβαίνει, νιώθουν πως τα παιδιά μου αλληλοσκοτώνονται πριν ακόμη γεννηθούν. Κι ας κοιμήθηκαν σε μια φιλόξενη μήτρα.. Και καταλαβαίνουν τι κάνουν αυτοί που έχουν τρύπες αντί για μάτια.
Κι είμαστε εγκλωβισμένοι και νεκροί.
Εγώ ήδη έχω πεθάνει, αλλά το πνεύμα μου είναι στον φάρο, να φωτίζω την θάλασσα θέλω και να περιμένω τον ιστορικό του μέλλοντος να αποφανθεί ποιος έφταιξε τελικά για αυτό μου το τέλος...
Εμένα ο νους μου είναι αληταριό και κάτω από το χώμα θα έχω να λέω ιστορίες, ιστορίες γύρω από την ανθρώπινη περιπέτεια..
Εκείνοι δεν ξέρω τι θα έχουν να πουν..
Και τώρα σας παρακαλώ αγαπητέ μου κύριε,
πετάξτε την επιστολή μου στα σκουπίδια, έτσι κι αλλιώς δεν ζήσατε ποτέ αυτό που λέγεται τραγωδία γι αυτό με είπατε δημοσίως κακομοίρα..
Είστε χαμένος από χέρι,
θα σας το δείξει ο χρόνος, εμένα μου έδειξε πολλά ..εκεί, στα χαλάσματα, εκεί στα ερείπια ,θα το δείτε..
Με λένε Ελλάδα κι είμαι η δίδυμη αδελφή της λύπης, αυτό μου συνέβη μετά από τόσα χρόνια..
-Ούτε ένα ευχαριστώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου