Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2014


Οι μέρες περνούν πατέρα, στον κόρφο μας άγρια περιστέρια γυρεύουν λίγο φως, σε γυρεύω πατέρα, πίσω από την αμμουδιά ,όταν αποχωρεί ο ήλιος, σε ψάχνω πίσω από τις μυρωδιές σε ένα άλλο μαραγκούδικο αυτό που δεν είναι το δικό σου,, πίσω από άλλα παρατσούκλια ,αυτά που δεν μοιάζουν με το δικό σου, ψάχνω επιμελώς το άγριο γέλιο σου,ψάχνω αυτά που υπάρχουν πίσω από την απώλεια σου, μα ξέρω, είναι η παρουσία σου σε έναν κόσμο που μοιάζει πιο άγριος από ποτέ, πιο ειρωνικός μέσα στην παρουσία της απουσίας του, σέπιες από το πρόσωπο σου έρχονται μπροστά μου όταν ακούσια παραδίνομαι στα σκοτάδια, χέρια δυνατά με υψώνουν όταν πέφτω στο πηγάδι της λήθης, όταν αγγίζω τα χείλη της αβύσσου, οι μέρες περνούν πατέρα, ένα πρωί ξαφνικά ενώ κοιτάς το πρόσωπο σου στον καθρέφτη, βλέπεις μια ενήλικη γυναίκα να σε κοιτά, μα εγώ δεν θέλω πατέρα, εγώ θέλω να σου γυρίζω το λευκό μακό μπλουζάκι σου στα γερά σου μπράτσα δυό εκατοστά επάνω, θέλω να κυλιόμαστε στο πάτωμα, να με πηγαίνεις στην θάλασσα την Κυριακή και να με μαθαίνεις να κολυμπάω, να με γεμίζεις αγάπη κι αυτοπεποίθηση, πως όλος ο κόσμος είναι δικός μου και πως του ανήκω, να βάζουμε τον Μάρκο τα Κυριακάτικα απογεύματα και να μου εξηγείς πως κάπνιζες το <<χόρτο>> κάτω από τις γέφυρες, να μου μιλάς για τα πάθη σου, να αναγνωρίζω μέσα από αυτά τα δικά μου, οι μέρες περνούν πατέρα, και τα χρόνια κυλούν σαν λευκές τρίχες που πέφτουν στο πάτωμα, δεν πρόλαβες να γεράσεις πατέρα, δεν ξέρω αν θα προλάβω να γεράσω κι εγώ, αυτό φυσικά δεν έχει σημασία, κάποτε τσακωθήκαμε άγρια πατέρα, σαν άλογα που δάγκωναν κατάσαρκα το ένα το άλλο, κάναμε χρόνια να μιλήσουμε, παρίστανα πως αυτό δεν με επηρεάζει κι ολότελα, συνήθισα δηλαδή στην απουσία σου ,ολότελα μικρόμυαλη, πως γίνεται να μην έχεις ήλιο και να λες πως βλέπεις φως, μετά βρεθήκαμε σε εκείνο το νοσοκομείο, μήνες ολάκερους ξαναγνωριζόμασταν από την αρχή, ακόμη κι οι εκείνες οι δύσκολες, οι τραγικές ώρες του πόνου σου, πως τις πιάναμε και τις κάναμε γέλιο, θυμάσαι; θα με φάει το καρκινάκι ; αναρωτιόσουν πατέρα, σε έφαγε, αλλά δεν μας στέρησε το δικαίωμα να ξανααγαπηθούμε, εμείς που τα Καλοκαίρια μας στο νησί τα φτιάχναμε οάσεις στην ερημιά της πόλης μου, εσύ στο νησί, εγώ στην Αθήνα, ήθελες πάντα να είμαι δυνατή, δεν το απαιτούσες, μου έδειχνες πως γίνεται, εσύ που έκρυβες με τόση επιμέλεια τις πληγές σου, δεν τα καταφέρνω πάντα πατέρα, ξέρω πως νευριάζεις με τις ξεροκεφαλιές μου, τα ζητήματα που αφορούν την καρδιά, τις ηλίθιες επιλογές μου, τις άνοστες συγνώμες, ναι, είναι άνοστες κάποιες συγνώμες πατέρα, ξέρεις εσύ, εσύ που για μένα ήσουν σαν ένα ζαρκάδι που τρέχει στο μαγεμένο δάσος, εσύ που σου άρεσε να διαβάζω τα εξωσχολικά βιβλία, μου έφερες από μια οικοδομή ένα παλιό παραμύθι που βρήκες στα ερείπια, θεέ μου, το <<άδειασα>> σε λίγες ώρες, σε ψάχνω πατέρα, την κολώνια που φορούσες τις Κυριακές, οι Κυριακές που ήταν οι δικές μας, τις άλλες στο μαραγκούδικο με ένα τσιγάρο στο αυτί μετρούσες ξύλα κι εγώ μάζευα το πριονίδι, πάντα χαιρετούσες τους άλλους σαν περνούσαν έξω από την ανοιχτή πόρτα, γεια σου <<Σερέτη>>, σου έλεγαν, μοιάζουμε πατέρα, πόσο μοιάζουμε, δεν δείχνουμε τις παρυφές του πόνου μας, έμαθα από εσένα να μην δείχνομαι όταν αδικούμαι, όταν πατήθηκα κάτω από άγριες σόλες παιδί, μα και τώρα πατέρα, αλλά αυτή η περηφάνια έχει τίμημα πατέρα, έχει μεγάλο τίμημα, οι άλλοι λένε, αυτός αντέχει, κι όσο αντέχεις σε χτυπάνε, τα θύματα την γλυτώνουν εδώ που τα λέμε, ίσως δεν βρίσκουν οι άλλοι ηδονή στο να χτυπάνε τα γεννημένα θύματα, να βρίσκουν ηδονή στο να σπέρνουν πόνο σε ότι είναι όρθιο και περήφανο, αλλά δεν βαριέσαι πατέρα, τι σημασία έχει, αυτό που έχει για μένα σημασία είναι πως με έμαθες να αγαπάω, να σε αγαπάω, δεν έχει καμία σημασία που χτες το μεσημέρι πήρα στην αγκαλιά μου το κασελάκι με τα οστά σου, και εκείνα του παππού, σας έβγαλα λίγο στον ήλιο πατέρα, μεσημέρι Σεπτέμβρη κι ο ήλιος έκαιγε, αυτό που έχει σημασία είναι πως μου λείπεις πατέρα, δεν πρόλαβες να γεράσεις, μα τι τύχη! Πρόλαβα να σου πω πως σε αγαπώ, εκεί στο μακάβριο κι άθλιο νοσοκομείο, έχω για πάντα στην μύτη μου την μυρωδιά του, αλλά έχω και τα λόγια σου, την ευχή σου και την απουσία σου, την βαθιά και βαριά σου απώλεια, πατέρα; πολύ τελευταία δεν είμαι τόσο δυνατή, ενθαρρύνω τον εαυτό μου να το αποδεχτεί και να τελειώνουμε με αυτό το ζήτημα, είμαι ευαίσθητη κι ευάλωτη πως να το κάνουμε, μου λείπεις πατέρα, πάντα μου λείπεις, πάντα θα μου λείπεις ..χαμηλώνω τα μάτια από ντροπή αφού υπέκυψα στην μεγάλη έκθεση συναισθημάτων, αλλά πως να κάνω αλλιώς, δεν μπορούσα να μην στο πω.. -Η απώλεια του πατέρα, είναι η πλήρης απουσία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου