Βροχή στην πόλη , απέραντη βροχή με γκρίζα πέπλα και δόντια λύκων, κι όλοι κρύβονται μέσα στα αυτοκίνητα με το χαλασμένα καθίσματα, ενώ ένας γιατρός ξεπουλάει τις ιστορίες των διάσημων αρρώστων του σε κάποια περιθωριακή στέγη της Νέας Υόρκης σε κάποιο αδηφάγο περιοδικό κίτρινο όπως η ζήλεια, και μια γυναίκα άρρωστη από την μοναξιά και την ματαιοδοξία, καμουφλάρει τις φωτογραφίες της, ή βάζει κάποιες που της μοιάζουν στον εικονικό ψηφιακό κόσμο, απέραντη η πεδιάδα των αυλοκολάκων ενσκήπτει στο γρήγορο θέαμα , απέραντη η κοιλάδα των μετρίων ,εναποθέτει θαυμασμό για κάποιους που αντί ταλέντου και βίου περπατημένου στον κόσμο των βιτσίων και των παθών, αυτών που λέγονται τρελοί γιατί δεν περπατούν στην γνωστή διέλευση, αντί ταλέντου και καρδιάς ανοιχτής, διαθέτουν μια υπερβάλλουσα αυτοπεποίθηση και θράσος εκατό χορδών που παίζουν φάλτσα, άνθρωποι σε δίνες μοναξιάς, άνθρωποι σε παροξυσμό συλλέγουν μικρότητες, κι εγώ συλλέγω πένθος για την Ηλέκτρα και την Μήδεια και την Αντιγόνη, εδώ σε ένα συρτάρι που ξεχείλισε πια διαψεύσεις, τι είσαι, τι είμαι από τι είμαστε, ναι, κατοικώ ξανά σε μια θλίψη που έγινε σπίτι μου, να νοιάζομαι να μην βλέπω άλλο την βλακεία , να παθιάζομαι να μην ακούω την ηλιθιότητα κάποιου που αλλάζει την φωνή του μιλώντας σε ένα μωρό ή σε ένα σκύλο, τόση θλίψη που γεννήθηκε από το άπλετο φως, να μην αντέχω τις κοινοτοπίες και το ρίγος της ανάπαυσης της πνευματικής, να αναπολώ τον θάνατο σαν τις παλιές καλές ημέρες , τότε που το εγώ ήταν εμείς, να ξεφυλλίζω άλμπουμ σφραγισμένα με βουλοκέρια κόκκινα και να αναρωτιέμαι γιατί το πένθος είναι μαύρο ενώ είναι λευκό , να λέω σιγανά ενώ μετρούν λεφτά για να αγοράσουν αγάπη εξαγόμενη, να λέω όπου η θλίψη κι ένας ρυθμός της , και να προχωρώ με βήμα γρήγορο με μάτι αγριεμένο, δεν είναι το ψέμα που με τρομάζει αλλά όσα το ανθρώπινο είδος μπορεί να κάνει για να το ζήσει ή να το μεταφέρει στους άλλους,
να έχω τώρα στη τσέπη μιας καμπαρντίνας το χέρι και να λέω , ω, πόσο φοβερό ,αυτή η θλίψη μου επιτρέπει να κατέχω ένα μικρό είδος ελευθερίας,
μια κι η ευτυχία στον καιρό μας δεν είναι παρά μια επιπόλαια πόρνη που μοιράζει τραπουλόχαρτα,
ναι, εδώ θα είμαι, έτσι πεισματικά κι ανυπόφορα αντιδραστική απέναντι σε αυτούς που δεν ξέρουν πόσο ανυπόφορα κυλάει ο καιρός χωρίς την αγάπη, χωρίς αυτήν, όλα τα άλλα με ξεκουφαίνουν και με αηδιάζουν γιατί ξέρω, σε μια αχίλλειο φτέρνα περπατάει ο κόσμος και σε ένα έπος του τραγικού...
Και ποιος είναι άραγε ο τραγικός; Αυτός που το ξέρει ή αυτός που δεν το ξέρει;
-Η βροχή ,έφερε θλίψη χωρίς ξεθώριασμα-...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου