Μετα απο την βροχη περπατουσα στο παρκο αμεριμνα και μια παραξενη διαθεση με επιασε, ενα αισθημα πληροτητας κι ευτυχιας, μια γαληνη τοσο εντονη που μου θυμισε την ανεμελη εποχη της παιδικοτητας. Άρχισα να σφυριζω και να περπαταω γρηγορα αλλα με μικρα βηματακια. Κατι μυριζε ομορφα αλλα και κατι γλυκο αρχισε να κολαει στα χερια μου. Λεω γλυκο γιατι το δοκιμασα κι ηταν.. ροζ σαν το μαλλι της γριας, ροζενια κρυσταλικη ζαχαρη. Λεω παει, τρελαθηκα σκεφτομαι παραξενα πολλες φορες τωρα εχω και παραξενες γευσεις απο το πουθενα, παει το χασα, καλυτερα να παω σπιτακι μου να ηρεμησω. Στο μεταξυ δωστου να περπαταω σαν βλαμενο, μικρα βηματα χοροπηδηχτα, μα δεν μπορουσα και να σταματησω. Τοτε ακουω μια φωνη μικρουλα και τσιριχτη, ενα πλασματακι μπρος στα ματια μου μου βγαζε την γλωσσα και με κοροιδευε. Ενα μικρο ανθρωπακι με ματια σαν το χρωμα του βυθου, γελαγε και με πειραζε. Ε του ειπα οταν μου τραβηξε τα μαλλια, τι κανεις;
Σου δινω λιγη ζαχαρη μωρε τι κανω; κακο ειναι; ολο πικρες σκεψεις κανεις κι ολο σοβαρη εισαι. Δεν βαρεθηκες; στο τελος γινεται κακογουστο, δεν το βλεπεις; και δωστου να πηδαει στο υψος μου, δωστου να μου σφυριζει και να μου τραβαει τα μαλλια. Χα χα εισαι κουραστικη μου λεει. Αρχισε να με τσαντιζει αλλα ειχα και την περιεργεια να δω τι θελει, απο που ηρθε, τετοια πραγματα. Σαν να διαβασε την σκεψη μου στεκεται μπροστα στο προσωπο μου και μου ξαναλεει. Λιγο χρωμα παραπανω δεν βλαπτει, τι σε νοιαζει απο που ερχομαι μωρε και τι θελω; εγω γουσταρω να παιξω μαζι σου, να χορεψουμε λιγο. Απορησα. Καλα σε ολη την πολη εμενα βρηκες ρε καλο μου; ασε με δεν ειμαι για τετοια.
Μπα και για τι εισαι; ωχ μωρε πολυ σοβαρα παιρνεις τον εαυτο σου το ξερεις; ελα μωρε να χορεψουμε, ελα. Εβγαλα τα χερια απο τις τσεπες κι αρχισα να το διωχνω, τιποτα αυτο, εκει. Ελα ρε μετα την βροχη ειναι ωραιαααα, αρχισε να φωναζει. Στο μεταξυ κατι εκανε με τα χερια του κι οποιος περνουσε απο διπλα μας δεν μας εβλεπε. Ελα, μου βγαλε την γλωσσα, μην εκτεθεις φοβασαι; οριστε, δεν μας βλεπει κανεις. Το πραγμα ειχε φυγει πια απο τον ελεγχο μου, ασε που ειχα πια την φυσικη περιεργεια να δω, τι διαολο χορο ηξερε αυτο.
Πως να χορεψω του λεω; τι χορο ξερεις; μην νομιζεις εγω δεν ξερω και πολλα πολλα.
Ου το πιο ευκολο ρε μου λεει. Ακου, θα διωξεις καθε σκεψη απο το μυαλο σου, ο,τι ξερεις κι ο,τι θα θελες να ξερεις, μετα θα μυρισεις την γη τωρα που ειναι βρεγμενη, θα σκεφτεσαι μονο αυτο. Μετα θα αφησεις το σωμα σου ελευθερο σε μενα. Διωξε αναστολες και φοβους, μην νοιαζεσαι για τιποτα και για κανεναν. Εσυ θα συγκεντρωθεις σε μενα, μολις λεω φλουρπ θα λυγιζεις τα γονατα και αστο σε μενα. Κι αν δεν μπορεσω ; ρωταω εντρομη.
Μου ξαναβγαζει την γλωσσα κανοντας θορυβο φρουπ φροπ. Χα χα θα σου βαλω κακο βαθμο μωρε, ωωω ελα γιατι θα φυγω. Μου απλωνει τα χερια και χρουπ με σηκωνει ψηλα, στην αρχη με ταρακουνουσε ατσαλα και πηγαινα σαν ελατηριο τεντωμενο, μετα χαλαρωσα κι αποτομα παηραμε υψος, ελα πες πως χορευουμε μπαλο μου λεει, με αφησε εκει 2 μετρα πανω απο το παρκο, θεε μου σκεφτηκα θα με πιασει υψοφοβια, μαμα κι αποτομα εχανα υψος, αλλα ευτο με επιασε αμεσως και ξαναρχιζαμε. Δεν θα σκεφτεσαι τιποτα ρε μου ειπε, δεν σαφηνω αν δεν το πετυχουμε. Ξανα εγω, 2,3 μετρα πανω απο το παρκο. Μια ευδαιμονια με πλημυρισε, ενα γελιο, τοσο πολυ γελιο, σας λεω ολα μου φανηκαν ασημαντα και γελοια, ενα κυμα εκστασης θαρρεις με συνεπηρε, ξεχασα αδικιες, κακιες, μιζεριες, απωθημενα, τιποτα, γαληνη κι ευτυχια ηταν στο κεφαλι μου. Φως απο παντου, φως και χρωμα. κοιταζομασταν στα ματια και κυκλωναμε ρυθμικα ο ενας τον αλλο, απομακρυνομασταν σαν αερας, μολις πλησιαζαμε, δωστου γελιο παλι και χορος. Σωμα ελαφρυ σαν πουπουλο, χερια που μακραιναν και κονταιναν αναλογα με την κινηση. Βγαζαμε την γλωσσα ο ενας στον αλλο και δωστου τσιριμπουμ χουπ ο ωραοτερος χορος της ζωης μου. Ηταν τοσο μικρο πλασμα κι ομως, ενοιωθες πως εχεις εναν γιγαντα απο την ασφαλεια που σου δινε.
Δεν ξερω ποση ωρα χορευαμε, παντως οταν κατεβηκαμε ηταν πια απογευμα, πως κυλησε ο χρονος, δεν καταλαβα τιποτα. Θελω να ρχεσαι συχνα να με βρισκεις του λεω, μου δινεις τοση χαρα. Ανοιξε τα κατακοκινα χειλια του σε ενα τεραστιο χαμογελο, μου χαιδεψε τα μαγουλα κι αμεσως ενοιωσα παλι την κρυσταλικη ζαχαρη στο στομα. Εγω ειμαι ελευθερο ρε, δεν μπορω να μαι και κολητα σου, ε τωρα το ξερεις, θα θυμασαι αυτα που σου ειπα.Θα τα καταφερνω; ρωτησα με την ψυχη στο στομα. Ναι ρε δεν ξεχνιεται αυτο. Ειναι σαν το ποδηλατο, το ξεχνας; δεν το ξεχνας.
Μου στειλε ενα συνεφο ζαχαρης που ειχε ολα τα χρωματα του ουρανιου τοξου και φωναξε. Πρεπει να φυγω τωρα, εχω κι αλλους σαν εσενα, μην ξεχνας ο,τι ειπαμε, καθως απομακρυνοταν αρκετα απο τα ματια μου μου είπε. Πες το και στους αλλους ρε, μπορει να πιασει, σε ξερω εσενα θα το πεις αμεσως ε;
Κι αμα θελουν να πεταξουν κι αυτοι πως θα γινει καλε αφου δεν θα σαι εσυ; πως θα πεταξουν;
Χα χα, νομιζεις εγω σε εκανα και πετουσες; χα χα κι εβγαλε την γλωσσα. Ειναι θεμα αυθυποβολης ρε οπως το λετε εσεις εδω, μονη σου το κανες.
Οταν εφυγε δεν ηξερα τι να νοιωσω και τι να σκεφτω.... αρχισα να γελαω μονη μου, με ειδαν δυο τρεις κουνησαν το κεφαλι κοροιδευτικα και μαζευτηκα. Αμεσως θυμηθηκα ομως το ξωτικο, αι σιχτιρι, θελω να γελαω, θα γελαω, αι σιχτιρ, ο,τι θελω θα κανω , πειραζει κανεναν;
Σου δινω λιγη ζαχαρη μωρε τι κανω; κακο ειναι; ολο πικρες σκεψεις κανεις κι ολο σοβαρη εισαι. Δεν βαρεθηκες; στο τελος γινεται κακογουστο, δεν το βλεπεις; και δωστου να πηδαει στο υψος μου, δωστου να μου σφυριζει και να μου τραβαει τα μαλλια. Χα χα εισαι κουραστικη μου λεει. Αρχισε να με τσαντιζει αλλα ειχα και την περιεργεια να δω τι θελει, απο που ηρθε, τετοια πραγματα. Σαν να διαβασε την σκεψη μου στεκεται μπροστα στο προσωπο μου και μου ξαναλεει. Λιγο χρωμα παραπανω δεν βλαπτει, τι σε νοιαζει απο που ερχομαι μωρε και τι θελω; εγω γουσταρω να παιξω μαζι σου, να χορεψουμε λιγο. Απορησα. Καλα σε ολη την πολη εμενα βρηκες ρε καλο μου; ασε με δεν ειμαι για τετοια.
Μπα και για τι εισαι; ωχ μωρε πολυ σοβαρα παιρνεις τον εαυτο σου το ξερεις; ελα μωρε να χορεψουμε, ελα. Εβγαλα τα χερια απο τις τσεπες κι αρχισα να το διωχνω, τιποτα αυτο, εκει. Ελα ρε μετα την βροχη ειναι ωραιαααα, αρχισε να φωναζει. Στο μεταξυ κατι εκανε με τα χερια του κι οποιος περνουσε απο διπλα μας δεν μας εβλεπε. Ελα, μου βγαλε την γλωσσα, μην εκτεθεις φοβασαι; οριστε, δεν μας βλεπει κανεις. Το πραγμα ειχε φυγει πια απο τον ελεγχο μου, ασε που ειχα πια την φυσικη περιεργεια να δω, τι διαολο χορο ηξερε αυτο.
Πως να χορεψω του λεω; τι χορο ξερεις; μην νομιζεις εγω δεν ξερω και πολλα πολλα.
Ου το πιο ευκολο ρε μου λεει. Ακου, θα διωξεις καθε σκεψη απο το μυαλο σου, ο,τι ξερεις κι ο,τι θα θελες να ξερεις, μετα θα μυρισεις την γη τωρα που ειναι βρεγμενη, θα σκεφτεσαι μονο αυτο. Μετα θα αφησεις το σωμα σου ελευθερο σε μενα. Διωξε αναστολες και φοβους, μην νοιαζεσαι για τιποτα και για κανεναν. Εσυ θα συγκεντρωθεις σε μενα, μολις λεω φλουρπ θα λυγιζεις τα γονατα και αστο σε μενα. Κι αν δεν μπορεσω ; ρωταω εντρομη.
Μου ξαναβγαζει την γλωσσα κανοντας θορυβο φρουπ φροπ. Χα χα θα σου βαλω κακο βαθμο μωρε, ωωω ελα γιατι θα φυγω. Μου απλωνει τα χερια και χρουπ με σηκωνει ψηλα, στην αρχη με ταρακουνουσε ατσαλα και πηγαινα σαν ελατηριο τεντωμενο, μετα χαλαρωσα κι αποτομα παηραμε υψος, ελα πες πως χορευουμε μπαλο μου λεει, με αφησε εκει 2 μετρα πανω απο το παρκο, θεε μου σκεφτηκα θα με πιασει υψοφοβια, μαμα κι αποτομα εχανα υψος, αλλα ευτο με επιασε αμεσως και ξαναρχιζαμε. Δεν θα σκεφτεσαι τιποτα ρε μου ειπε, δεν σαφηνω αν δεν το πετυχουμε. Ξανα εγω, 2,3 μετρα πανω απο το παρκο. Μια ευδαιμονια με πλημυρισε, ενα γελιο, τοσο πολυ γελιο, σας λεω ολα μου φανηκαν ασημαντα και γελοια, ενα κυμα εκστασης θαρρεις με συνεπηρε, ξεχασα αδικιες, κακιες, μιζεριες, απωθημενα, τιποτα, γαληνη κι ευτυχια ηταν στο κεφαλι μου. Φως απο παντου, φως και χρωμα. κοιταζομασταν στα ματια και κυκλωναμε ρυθμικα ο ενας τον αλλο, απομακρυνομασταν σαν αερας, μολις πλησιαζαμε, δωστου γελιο παλι και χορος. Σωμα ελαφρυ σαν πουπουλο, χερια που μακραιναν και κονταιναν αναλογα με την κινηση. Βγαζαμε την γλωσσα ο ενας στον αλλο και δωστου τσιριμπουμ χουπ ο ωραοτερος χορος της ζωης μου. Ηταν τοσο μικρο πλασμα κι ομως, ενοιωθες πως εχεις εναν γιγαντα απο την ασφαλεια που σου δινε.
Δεν ξερω ποση ωρα χορευαμε, παντως οταν κατεβηκαμε ηταν πια απογευμα, πως κυλησε ο χρονος, δεν καταλαβα τιποτα. Θελω να ρχεσαι συχνα να με βρισκεις του λεω, μου δινεις τοση χαρα. Ανοιξε τα κατακοκινα χειλια του σε ενα τεραστιο χαμογελο, μου χαιδεψε τα μαγουλα κι αμεσως ενοιωσα παλι την κρυσταλικη ζαχαρη στο στομα. Εγω ειμαι ελευθερο ρε, δεν μπορω να μαι και κολητα σου, ε τωρα το ξερεις, θα θυμασαι αυτα που σου ειπα.Θα τα καταφερνω; ρωτησα με την ψυχη στο στομα. Ναι ρε δεν ξεχνιεται αυτο. Ειναι σαν το ποδηλατο, το ξεχνας; δεν το ξεχνας.
Μου στειλε ενα συνεφο ζαχαρης που ειχε ολα τα χρωματα του ουρανιου τοξου και φωναξε. Πρεπει να φυγω τωρα, εχω κι αλλους σαν εσενα, μην ξεχνας ο,τι ειπαμε, καθως απομακρυνοταν αρκετα απο τα ματια μου μου είπε. Πες το και στους αλλους ρε, μπορει να πιασει, σε ξερω εσενα θα το πεις αμεσως ε;
Κι αμα θελουν να πεταξουν κι αυτοι πως θα γινει καλε αφου δεν θα σαι εσυ; πως θα πεταξουν;
Χα χα, νομιζεις εγω σε εκανα και πετουσες; χα χα κι εβγαλε την γλωσσα. Ειναι θεμα αυθυποβολης ρε οπως το λετε εσεις εδω, μονη σου το κανες.
Οταν εφυγε δεν ηξερα τι να νοιωσω και τι να σκεφτω.... αρχισα να γελαω μονη μου, με ειδαν δυο τρεις κουνησαν το κεφαλι κοροιδευτικα και μαζευτηκα. Αμεσως θυμηθηκα ομως το ξωτικο, αι σιχτιρι, θελω να γελαω, θα γελαω, αι σιχτιρ, ο,τι θελω θα κανω , πειραζει κανεναν;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου