Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2013

Η παράξενη ιστορία της Ήβης και του Φοίβου

Είναι  μια καλοκαιρινή νύχτα.

Από το ανοιχτό παράθυρο, ενός δωματίου ,στην ταράτσα, φαίνεται μια γυναίκα.

Είναι καθισμένη σε ένα φθαρμένο κρεβάτι. Δίπλα της ένα κομοδίνο μαρμάρινο.

Τα αυτιά της συντονίζονται με τον μονότονο ήχο του ρολογιού που βρίσκεται επάνω του.

Σιγά σιγά  τα μάτια της ανοίγουν, το χρώμα τους αλλάζει, το περίγραμμα μεγεθύνεται, το πράσινο γύρω από την κόρη επεκτείνεται. Κάποιος προσεκτικός παρατηρητής ,πορεί να δει λίγο από αυτό το πράσινο να βγαίνει από την παλιοκαιρισμένη ταπετσαρία στους τοίχους.

Είναι μόνη. Μα αυτή η μοναξιά σε λίγο θα σπάσει σε χιλιάδες κρύσταλλα...

Στο μεγάλο δωμάτιο υπάρχει μια βελούδινη κουρτίνα, στο χρώμα αυτό, των ματιών της και της ταπετσαρίας στους τοίχους.

Πηγαίνει προς τα εκεί. Κοντοστέκεται για λίγο αναποφάσιστη. Έπειτα την ανοίγει. Ο λεπτός θόρυβος της βαριάς κουρτίνας, καθώς σέρνεται, συντονίζεται με κείνον του ρολογιού, μπλέκεται μαζί του και το δωμάτιο γεμίζει από τον ήχο αυτόν.

Την λένε Ήβη. Μεγάλωσε σχεδόν μόνη της κάτω από την άστοργη φροντίδα μακρινών συγγενών.

Η νύχτα έξω θριαμβεύει.

Η Ήβη έχει μακριά μαλλιά ως την μέση , είναι στο χρώμα του μπλε νουάρ. Τα μάτια της θυμίζουν τα μάτια μιας γάτας, είναι σκιστά στις άκρες τους και μυστηριώδη, έχουν μια υποβλητικότητα λεπτή.

Το στόμα της είναι ένα φροντισμένο βατόμουρο.

Αυτό που εντυπωσιάζει είναι η επιδερμίδα της. Χυμένο κεχριμπάρι πάνω της.

Για λίγο επικρατεί μια ησυχία που τρομάζει. Σταματά ο ήχος του ρολογιού. Σιωπή από πάγο.
Μα κι η ατμόσφαιρα θυμίζει  ξαφνικά στέπα της Μαντζουρίας. Το ρολόι σπάει σε εκατοντάδες κομμάτια.
Σαν να συνέβη αυτό σαν γεγονός από μια οδηγία της Ήβης, σαν να συνέβη από ένα ανεπαίσθητο ανοιγοκλείσιμο των ματιών της.

Ο τοίχος πίσω από την κουρτίνα είναι γυμνός.
Αρχικά.
Γιατί καθώς το πράσινο των ματιών της επεμβαίνει πάνω του, αρχίζει να σχηματίζεται μια εικόνα.
Αχνή . Μα για λίγο.
Κατόπιν χιλιάδες μικρόκοκοι σχηματίζουν ένα αντρικό περίγραμμα πάνω στον τοίχο.
Οι κόκοι πλαταίνουν, παίρνουν μόνοι τους φορά και κατευθύνσεις.
Γίνονται τελείες, τρίγωνα, άτακτα σχήματα και σχηματισμένα.
Σε λιγότερο από δέκα λεπτά υπάρχει στον τοίχο ένας άντρας ζωγραφισμένος.
Μελαχρινός, με μάτια πικρό κάστανο, μαλλιά πιασμένα χαλαρά στον λαιμό.
Γεροδεμένος.
Όμορφος. Με την ομορφιά που σε παίρνει σαν κύματα μαζί της...
Τον λένε Φοίβο.

Τα μάτια της ΉΒης πυρακτώνονται καθώς οι ίριδες τους μπαίνουν πίσω από τον τοίχο.
Η ατμόσφαιρα πίσω από τον τοίχο γίνεται σαν ηφαιστειακές πέτρες, η στέπα έχει υποχωρήσει πια.
Ο τοίχος καίγεται, φλόγες βγαίνουν τυλίγοντας το περίγραμμα του άντρα.
Ο άντρας ζωντανεύει.
Ο τοίχος με έναν εφιαλτικό ήχο τον λευθερώνει κι αυτός βρίσκεται μπροστά της.
Έπειτα όλα γίνονται όπως πριν.
Στο δωμάτιο μια καλοκαιρινή υγρασία της νύχτας φερμένη από το ανοιχτό παράθυρο..

Κοιτάζονται. Με τέτοια ένταση που νομίζεις πως το πράσινο από τα δικά της μπαίνει στο κάστανο των δικών του. Ανεπαίσθητοι ηλεκτρισμοί.

Η Ήβη κι ο Φοίβος είναι αδέλφια.
ΑΥτό όμως δεν τους εμποδίζει να ερωτευτούν, αυτό έκαναν κάποτε κι οι θεοί τους καταράστηκαν.
Να βρίσκονται μια φορά τον χρόνο.
Τον Αύγουστο, τότε που η σελήνη αγγίζει ηδονικά την επιφάνεια της γης κι όλα τα παράξενα συμβαίνουν..
Εγκλήματα κι έρωτες...

Αγκαλιάζονται.
Καθώς τα στόματα τους γίνονται ένα, αδιάκοπα αχειραγώγητα συναισθήματα.
Κι αισθήσεις ζώων.
Στο απόλυτο.
Στο ζενίθ.
Εκκολαπτόμενες διαχύσεις.
Ακτινωτές, σαν ηλιακές προβολές.
Τα φύλα τους καίγονται.
Οι λεκάνες τους, σαν  εκατομμύρια διαβιβαστές <<πιάνουν>> την σαγήνη και την ηδονή του κόσμου.
Βασικά γίνονται ένα με κάθε πλάσμα που αφήνεται εκείνη την στιγμή στην σάλπιγγα της ηδονής...
( Θέλω να σε κάψω), λέει αυτός καθώς υποβάλλεται μαζί της στην σκληρότερη οδύνη.
( Θέλω να σε λυτρώσω), λέει αυτή και λιώνει όπως θα έλιωνε το σκληρό μέταλλο.
Πανδαισία χρωμάτων ραίνει το δωμάτιο γύρω τους.
Το ανάγλυφο του σχήματος τους...
Αυτ'ο κρατά για κάποιες ώρες...
Μα η σελήνη αποχωρεί για να αφήσει τον χώρο της στον ήλιο.
Και καθώς απομακρύνεται ολοένα τα δυό σώματα αρχίζουν να σπάνε σε σκιές.
Δυό μεγαλόσωμες σκιές ανθρώπων.
Η μια της γυναίκας που πέφτει στα γόνατα και λύνεται σε θρήνους.
Κι ο άντρας να μπαίνει στον τοίχο.
Σαν σχήματα κόκων..
Κι έπειτα τίποτε.
Ο τοίχος γυμνός..
Κι η κουρτίνα με θόρυβο ξανά κλείνει την όψη του, μόνη της.
Ναδίρ.

Στο  ακριβώς, απέναντι διαμέρισμα, της πολυκατοικίας του δώματος, ένας άντρας ξαπλωμένος έχει ανοιχτό το παράθυρο για να απομακρύνει την καλοκαιρινή ζέστη.
Χωρίς να καταλάβει πως, μια ανυπόφορη στύση άρχισε να τον βασανίζει ώσπου πήρε το μάτι του το ζευγάρι.
Καθώς έβλεπε προσπαθούσε να αποτελειώσει την βασανιστικότατη στύση του.
Μα δεν μπορούσε να δει τα κομμάτια του χρόνου.
Ενώ η Ήβη, με τα μακριά της μαλλιά ως την μέση, θρηνούσε με κραυγές σπαρακτικές μπροστά από την πράσινη κουρτίνα, αυτός έβλεπε το σύμπλεγμα των κορμιών τους που είχε προηγηθεί...

Και καθώς λαχανιασμένος πάλευε να λευτερωθεί από την μέγγενη της στύσης του ο χρόνος έγινε ξανά κοινός.
Και ξαφνικά είδε την γυναίκα γυμνή πεσμένη στα γόνατα μπροστά στην πράσινη κουρτίνα.
Και σαν να κατάλαβε η γυναίκα πως την κοιτούσε γύρισε απότομα στο μέρος του.
Πρόλαβε να δει τον πράσινο θρίαμβο των ματιών της μπροστά του, καταπάνω του καθώς ένας πίδακας υγρών πετάχτηκε απεγνωσμένα από την στύση του.
Και καθώς χιλιάδες απολήξεις νευρώνων μαλάκωναν την ένταση τους χωρίς να καταλάβει το γιατί φώναξε το όνομα της..-Ήβηηηηηηηηηηηηη-
Κι ολα έγιναν όπως πριν...
Μια καλοκαιρινή νύχτα σε ένα δώμα ταράτσας...
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου