Η παλιά σκάλα έτριζε, καθώς η γυναίκα των λουλουδιών κατέβαινε, αφήνοντας πίσω της ένα αρωματισμένο θρόισμα.
Την είχα γνωρίσει γύρω στην δεκαετία του 70, μέναμε σε ένα παλιό σπίτι στην Πλάκα, ένας ξενώνας μπορείς να πεις, που νοίκιαζε τα δωμάτια μια γυναίκα κάπως μεγάλη και με κουλτούρα Ευρώπης, της τότε Ευρώπης να εξηγούμαστε..
************.
Την γυναίκα των λουλουδιών την έλεγαν Βέρα, κάπνιζε στριφτά τσιγάρα και έπινε βότκα, σε ποσότητα όση ,μπορούσε να αντέχει το στομάχι ενός άντρα.
Ήταν απόλαυση να την βλέπεις, τις Κυριακές έπαιζε πιάνο μαζί με την κυρία Μαργαρίτα, την ιδιοκτήτρια του σπιτιού, έβλεπα τα μάτια της να ανοίγουν και πολύχρωμες πεταλούδες κατάπιναν τα μαύρα πουλιά που με έπνιγαν.
Ήταν γεμάτη από έναν μαγνητισμό που ξεχείλιζε, ήταν γεμάτη από μια σεξουαλικότητα που συνόδευε επάξια ένα πορτρέτο αριστοκρατορικό.
************
Την ημέρα που ανταμώσαμε στο κρεβάτι του δωματίου της, ένας δεινόσαυρος κατέφθασε κι έσβησε από την μνήμη μου όλα τα παλιά σώματα.
Τα στήθη, τα φιλιά, τα λαγώνια, τις οσμές, τις αφές, όλα κατέληξαν να γίνουν στάχτη στην φωτιά της Βέρας.
************
Ο έρωτας που ένιωσα για την Βέρα ήταν ένας δεινόσαυρος που ΄συντομα με μεταμόρφωσε από εραστή του ποδόγυρου σε αφοσιωμένο εραστή της Βέρας.
Εκείνη το κατάλαβε από την πρώτη στιγμή, στην αρχή αυτό της αρκούσε αλλά μετά θέλησε να με δοκιμάσει στέλνοντας μου να δοκιμάσω την σάρκα των φιλενάδων της, αυτές έπιναν μαζί μου , καπνίζαμε και μετά τις έστελνα διακριτικά στο σπίτι τους.
************
Σιγά σιγά, διαπίστωσα πως το σώμα της Βέρας ήταν το εκτόπισμα ενός άλλου κόσμου, δεν θα μπορούσα ξανά να δω τον κόσμο με άλλο μάτι, ούτε να νιώσω εκείνους τους μαγικούς θησαυρούς που αναδύονταν καθώς κυλούσα μέσα της, τίποτε πια δεν ήταν ίδιο και τίποτε πια δεν μου αρκούσε εκτός από αυτήν.
Εκείνη το κατάλαβε, το κατάλαβε κι έχανε αργά αργά το ερωτικό της ενδιαφέρον.
************
Ήταν Κυριακή όταν βρήκα μια επιστολή επάνω στο κρεβάτι μου όπου μου έλεγε καθαρά πως με είχε βαρεθεί, έφευγε για κάπου όπου όλα της ήταν άγνωστα.
Ναι, η Βέρα ήταν από αυτούς που πάντα έφευγαν κι εγώ ανήκα στο είδος όπου έμενα σχεδόν για πάντα όταν ερωτευόμουν.
Με είχε ερωτευτεί αλλά δεν μπορούσε να το κρατήσει για πολύ..
Μου άρεσε η ελευθερία της αυτοδιάθεσης της, σχεδόν με καύλωνε αυτό..
Έτσι κατέληξα με ένα περίστροφο στο στόμα μια άλλη Κυριακή, άκουγα την κυρία Μαργαρίτα να παίζει πιάνο και θυμήθηκα ξανά τα δάχτυλα της, σχεδόν άκουσα το θρόισμα της και τα βήματα της στην παλιά σκάλα..
Καθώς ένιωσα μετά τον κρότο του περίστροφου τα μυαλά μου να τινάζονται στον τοίχο μαζί με αίματα και ζουμιά την είδα να μπαίνει στο δωμάτιο.
Μετά πέθανα σκεφτόμενος πως ήταν στα αλήθεια ο μοιραίος μου έρωτας και αποσύρθηκα.
Πρόλαβα να την ακούσω να φωνάζει ένα
Γιατίιιιιιιιιιιιιιιιιιιι;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;
-Η Βέρα, ο μοιραίος έρωτας σε μια περιγραφική σμίκρυνση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου