Καίμε την ύλη μας, επάνω στις πέτρες των αρχαίων,
τόσο παλιοί κι εμείς, όσο η λέξη αμαρτία, η λέξη πρέπει,
η σαύρα που περιμένει μέσα στην ανήλιαγη σχισμή, μας κοιτάζει ένα καυτό μεσημέρι,
ο κόσμος φλέγεται,
ο κόσμος φλέγεται κάτω από το δέρμα μας,
επιρρεπείς και ωραίοι στο ανέφικτο, στην χίμαιρα που προσδίδει γοητεία στην ζωή που περνάμε , κάτω από τα βαμβάκια της ψυχής μας ,που άλλοι μας αναγκάζουν να τα κάνουμε σίδερα,
ωραίες στιγμές, που πεινάνε για ένα μας βλέμμα,
μια αφή, μια οσμή,
κι εμείς λυγισμένοι από τις ηδονές να ανεβαίνουμε ολοένα προς τα επάνω,
εκεί που ο ίλιγγος διψασμένος μας ορμάει με δόντια γερά,
εκεί που κάτω από μια μουριά δυο παιδιά πρωτοδιαβάζουν τι μπορεί να είναι έρωτας και τι σημαίνει ψέμα,
καίμε την ύλη μας επάνω στις πέτρες των αρχαίων,
κι όσο καιγόμαστε ευλογημένοι νιώθουμε γιατί τίποτε από εμάς δεν θα μείνει,
κανείς δεν θα μπορέσει να θυμιατίσει λείψανα,
μόνο μια εύπορη κοιλάδα θα κυλάει μέσα στις φλέβες,
ώσπου να ξεκουμπώσει για πάντα εκείνο το φως,
εκείνο το φως που κολυμπάει στα σκοτάδια......
{ Στοχασμοί της αφής }
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου