Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012

η επιστροφή της αγριόχηνας

Καθόταν σε μια υπέροχη βεράντα κι έγραφε ο Ιάσονας, ήταν πρωί, σχεδόν μεσημέρι για τους κατοίκους του νησιώτικου χωριού.
Ο φούρνος είχε σκορπίσει ήδη μυρωδιές, οι βοσκοί σηκώθηκαν από το χάραμα να πάνε τα κατσίκια για βοσκή και το μπακάλικο της Λόζας ήταν ανοιχτό από τις 6.
Η βεράντα στεκόταν πάνω σε μια καμάρα που δέσποζε το νυχτολούλουδο και το γιασεμί και... μπορούσες να δεις μακριά την θάλασσα που έβραζε, έβραζε ο τόπος από την ζέστη, το λευκό των σπιτιών σαν να εξατμιζόταν στην θολή ατμόσφαιρα.
Δεν ήταν μεγάλη η απόσταση από το απέναντι σπίτι, σχεδόν αγκάλιαζαν το ένα το άλλο, είχε δει χτές μια πανέμορφη γυναίκα να στέκεται στο μπαλκόνι και να κοιτά μακριά την θάλασσα.
Του άρεσε να παρομοιάζει τους ανθρώπους με την μορφή των ζώων, ανάλογα των ματιών, του σχήματος του σώματος και πάνω από όλα ανάλογα του σχήματος της κίνησης τους.
Τώρα μπορούσε να την δει απέναντι του να ζωγραφίζει σε ένα καβαλέτο, άφησε την μυσταγωγία των ηρώων του κι άρχισε να την παρατηρεί. Ένιωθε μια υπερένταση στις κινήσεις της και κάτι άπιαστο, κάτι που ξέφευγε από την παρατήρηση του ματιού.
Τον κοίταξε κι αυτή, κι έπειτα σαρώθηκε πάνω στο καβαλέτο της. Δεν ήταν μικρή, έφερνε πάνω της την γοητεία μιας παλιάς πόλης. Μαλλιά σπασμένα σε σκάλες πιασμένα ψηλά, λαιμός μακρύς και υπερήφανος σαν νότα μεθυσμένη από κάποιο σονέτο που ξέφυγε από τις άλλες.
Ναι, όλα πάνω της ήταν άπιαστα, φευγάτα κι αυτό τον διέγειρε όπως συνήθως του συνέβαινε με τα άπιαστα των ανθρώπων...
Ο λαιμός της σκυμμένος δέσποζε μαζί με των μακριών δαχτύλων της. Καθώς την κοιτούσε τόσο βεβαιωνόταν για την παρομοίωση του με κείνη της αγριόχηνας.
Φαντάστηκε να στέκεται πάνω της και να πετούν πάνω από την θάλασσα να κάνουν μαζί εναέριες τομές στα σύννεφα σκορπωντας τα άτακτα, να περνούν ανάμεσα τους γελώντας και να ελλίσονται άτακτα και ιλιγγιώδη...
Ο έρωτας της θα πρεπε να είναι δυνατός και λεύτερος. Και πιό πολύ οι κινήσεις της ,παρά οι κραυγές, πιό πολύ ένα δόσιμο βαθύ μα και φευγαλέο, γεμάτος αντιθέσεις, σφιγμένος γερά πάνω στα στοιχεία του αέρα και του νερού.
Βλέπεις έγραφε και συνήθιζε να παραμελεί την αντίληψη του στους ανθρώπους μέσω της λογικής. Οι λεπτομέρειες επάνω στην παρατήρηση τον πήγαιναν αλλού, μακρύτερα από τα συνηθισμένα.
Τώρα αυτή τον κοίταξε, άφησε ένα χαμόγελο που φώτισε τα μάτια της, είχε καιρό να δει να γελούν και τα μάτια, τον κοίταξε έντονα και μετά έσκυψε ξανά στα σχήματα και στα χρώματα.
Ναι, έμοιαζε σαν μια αγριόχηνα που χε ξεφύγει από το κοπάδι και τώρα βούλιαζε ασύστολα σε μια πρωτόγονη ελευθερία. Τον κατέκλυσε η επιθυμία να την γνωρίσει.
Μπήκε μέσα στο δωμάτιο κι έβαλε την Μαρία να αρχίσει να τραγουδά επάνω σε μια λυπημένη όπερα, έμοιαζε με θρίαμβο θλίψης και κάλεσμα σε αγγέλους που χαν πρώτα ερωτευτεί βαθιά και μετά έπεσαν από τον ουράνιο θόλο που ξέρναγε αίμα και λάσπη.
Σαν αυτή, που αφήνουν πετώντας οι αγριόχηνες πληγωμένες από σφαίρα κυνηγού, πετούν άτσαλα προσπαθώντας να νικήσουν τον θάνατο μα γρήγορα πέφτουν στην γη αφήνοντας διαλυμμένα φτερά και σινιάλα θανάτου να σωθούν οι επόμενες...
Η γυναίκα παραξενεμένη, τίναξε απότομα το κεφάλι της στο μέρος του, στάθηκε λίγο αναποφάσιστη και έπειτα έπιασε να ζωγραφίζει σαν τρελή, η Μαρία συνέχιζε να απλώνει ιλίγγους μεταξύ ουρανού και θάλασσας, πουθενά στεριά, μόνο ο θριαμβικός τόνος του ιλίγγου...
Μετά από ώρα σταμάτησε και τον κοίταξε, αυτήν την φορά το βλέμμα της έπιανε βελούδα και μαγνήτες μαύρους....
-Και τι δεν θα δινα να έβλεπα αυτό που αφήνει στο καβαλέτο σας αυτή η αφοσίωση σας, της φώναξε και ήρθε κοντά στην κουπαστή της βεράντας του...
-Μάλλον έχουμε την ίδια αφοσίωση, του είπε γελώντας κι άφησε ένα γέλιο σαν νερό γάργαρο..
-Ναι, αλλά αυτό πιο πολύ με κάνει να επιθυμώ να δω, της απάντησε χωρίς να κρύβει μια έξαψη...

Σήκωσε στο μέρος του το καβαλέτο της, θα το πω ( η επιστροφή της αγριόχηνας), φώναξε γελώντας κι αυτός με λυμμένα γόνατα είδε στον καμβά τα γνώριμα πουλιά να διασχίζουν έναν γαλάζιο ορίζοντα, μερικά από αυτά είχαν αίμα στα φτερά τους....
Είκοσι χρόνια είχαν περάσει από τότε που σκέφτηκε πως υπάρχουν σύντροφοι στην ζωή εκτός ενός ερωτικού συμπόσιου κια τον διαπέρασε μια ανατριχίλα σαν καυτή κινούμενη άμμος.....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου