Ξύπνησα μια νύχτα άγρια και γυμνή από αστέρια
στην μέση ενός άγνωστου δρόμου με παγωμένη θάλασσα
στην άκρη ενός ενυδρείου θολιασμένου
ψάρια-άνθρωποι γύρω μου να φωνάζουν απελπισμένα,
έβγαλα το δέρμα μου από τα μάτια κι ακόνισα μια μαύρη σιωπή.
Στο φεγγάρι που γελούσε με δόντια ασημένια έτρεχε άφθονο το αίμα,
η πόρτα του σπιτιού μου μόνη, το παλιό κλειδί αλαφιασμένο, πληγωμένο,
έτρεχε η σκουριά κι η νύχτα ασταθής και πικραμένη,
με είχαν πουλήσει σαν ένα αντίγραφο ανθρώπου,
όσο κι αν ούρλιαζα σημάδι κανένα ,από μια άχαρη αγωνία,
από ανύπαρκτο θόρυβο σε ένα βαθύ πηγάδι.
Μιλώντας με τους ανθρώπους-ψάρια κατάλαβα πως είχαμε την ίδια μοίρα,
κι ότι έμενε από εμάς,
ένα πιστό αντίγραφο ανθρώπου τυλιγμένο με ένα χαρτί πολυτελείας,
με ένα χαρτί πολυτελείας....
στην μέση ενός άγνωστου δρόμου με παγωμένη θάλασσα
στην άκρη ενός ενυδρείου θολιασμένου
ψάρια-άνθρωποι γύρω μου να φωνάζουν απελπισμένα,
έβγαλα το δέρμα μου από τα μάτια κι ακόνισα μια μαύρη σιωπή.
Στο φεγγάρι που γελούσε με δόντια ασημένια έτρεχε άφθονο το αίμα,
η πόρτα του σπιτιού μου μόνη, το παλιό κλειδί αλαφιασμένο, πληγωμένο,
έτρεχε η σκουριά κι η νύχτα ασταθής και πικραμένη,
με είχαν πουλήσει σαν ένα αντίγραφο ανθρώπου,
όσο κι αν ούρλιαζα σημάδι κανένα ,από μια άχαρη αγωνία,
από ανύπαρκτο θόρυβο σε ένα βαθύ πηγάδι.
Μιλώντας με τους ανθρώπους-ψάρια κατάλαβα πως είχαμε την ίδια μοίρα,
κι ότι έμενε από εμάς,
ένα πιστό αντίγραφο ανθρώπου τυλιγμένο με ένα χαρτί πολυτελείας,
με ένα χαρτί πολυτελείας....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου