Μαχαίρι και χαρτί μπροστά στο άδειο τραπέζι από αντικείμενα.
Πόσο ωραία ντύνει πάντα η ψυχή το σώμα της
σκέπτεται η γυναίκα μέσα στο μπλε, αγαπημένο της χρώμα.
Η ανία φορά χιλιάδες στόματα και ταίζει τον καιρό του ύπνου,
αλαφροίσκιωτα παιδιά οι τελευταίοι των ρομαντικών.
Λύνει τα μαλλιά της σε σκάλες,
ανεβαίνουν διψασμένοι οι κρυμμένοι εραστές
φτάνουν πιό ψηλά από κείνο το κρεμασμένο σύννεφο.
Δεν υπάρχουν απαντήσεις όταν ξέρεις μονάχα να ρωτάς,
είπε ο ένας από αυτούς, γενναίος μέσα στην αλήθεια του,
δεν υπάρχει ομορφιά αν το μόνο που ξέρεις είναι να την φαντάζεσαι,
είπε ένας άλλος λεπτός στους τρόπους και στον τρόπο που έβλεπε.
Πήραν το χαρτί όλοι μαζί
κι άρχισαν να χαράζουν με το μαχαίρι πάνω του ,ανάλαφροι από προθέσεις,
μελετούσαν πιά όλα αυτά που μπορούν να πιάσουν κι οι πέντε αισθήσεις, πράγμα δύσκολο.
Και μέσα σε όλα άνθισε και μια νέα αίσθηση, πρωτόπειρη
σαν την παρθένα που ναι έτοιμη από καιρό.
Κι όταν όλα έγιναν κατά πως έπρεπε, το χαρτί πήρε τον δρόμο για κείνο το σύννεφο,
αυτό που λοξοδρόμησε από τα υπόλοιπα,
άφησε πίσω του μια μέθεξη που βαριά δεν ήταν στο συκώτι,
ούτε στην καρδιά,
αυτά είχε προλάβει να σημαδέψει πριν το μαχαίρι κι ανύπαρκτος ο έρωτας,
φυγάς ο έρωτας από τις τόσες λέξεις που τον σπάραξαν σαν θεριά και σαν μάγοι.
Το δωμάτιο μύρισε άνθρωπο και άπλωσε σαν λίμνη εκστατική, με κατακόκκινα νούφαρα.
Κρατάτε τις λέξεις εσείς, εγώ θα μείνω στην λίμνη, είπε η γυναίκα από μπλε
και χάθηκε εντός της...
Πόσο ωραία ντύνει πάντα η ψυχή το σώμα της
σκέπτεται η γυναίκα μέσα στο μπλε, αγαπημένο της χρώμα.
Η ανία φορά χιλιάδες στόματα και ταίζει τον καιρό του ύπνου,
αλαφροίσκιωτα παιδιά οι τελευταίοι των ρομαντικών.
Λύνει τα μαλλιά της σε σκάλες,
ανεβαίνουν διψασμένοι οι κρυμμένοι εραστές
φτάνουν πιό ψηλά από κείνο το κρεμασμένο σύννεφο.
Δεν υπάρχουν απαντήσεις όταν ξέρεις μονάχα να ρωτάς,
είπε ο ένας από αυτούς, γενναίος μέσα στην αλήθεια του,
δεν υπάρχει ομορφιά αν το μόνο που ξέρεις είναι να την φαντάζεσαι,
είπε ένας άλλος λεπτός στους τρόπους και στον τρόπο που έβλεπε.
Πήραν το χαρτί όλοι μαζί
κι άρχισαν να χαράζουν με το μαχαίρι πάνω του ,ανάλαφροι από προθέσεις,
μελετούσαν πιά όλα αυτά που μπορούν να πιάσουν κι οι πέντε αισθήσεις, πράγμα δύσκολο.
Και μέσα σε όλα άνθισε και μια νέα αίσθηση, πρωτόπειρη
σαν την παρθένα που ναι έτοιμη από καιρό.
Κι όταν όλα έγιναν κατά πως έπρεπε, το χαρτί πήρε τον δρόμο για κείνο το σύννεφο,
αυτό που λοξοδρόμησε από τα υπόλοιπα,
άφησε πίσω του μια μέθεξη που βαριά δεν ήταν στο συκώτι,
ούτε στην καρδιά,
αυτά είχε προλάβει να σημαδέψει πριν το μαχαίρι κι ανύπαρκτος ο έρωτας,
φυγάς ο έρωτας από τις τόσες λέξεις που τον σπάραξαν σαν θεριά και σαν μάγοι.
Το δωμάτιο μύρισε άνθρωπο και άπλωσε σαν λίμνη εκστατική, με κατακόκκινα νούφαρα.
Κρατάτε τις λέξεις εσείς, εγώ θα μείνω στην λίμνη, είπε η γυναίκα από μπλε
και χάθηκε εντός της...
Υπέροχο...
ΑπάντησηΔιαγραφή