Δευτέρα 4 Μαρτίου 2013

Η μουσική κι ένα συρτάρι

Ένα βράδυ ηλεκτρισμένο από αστέρια και θωπείες και λόγια σκόνταψα επάνω σε κάτι υπολείμματα χωμένα στο συρτάρι.
Είχε σκαλώσει το συρτάρι από αυτά και δεν άνοιγε.
Τα έβγαλα όλα στο φως της λάμπας και τα διάβασα.
Ήταν οι ήττες μου, αυτοί οι φτωχοδιάβολοι δερβίσηδες της θλίψης.
Γυρνούσαν συνεχώς γύρω από τον εαυτό τους και με εμπόδιζαν.
///////////
Μελετώντας λίγο τους χαρακτήρες τους, χώθηκα για τα καλά μέσα τους.
Αυτή η επαναληπτικότητα στην θλίψη έμοιαζε σαν έναν αυνάνα ξαπλωμένο στο ντιβάνι.
Σαν να έσταζε μια άρρωστη ηδονή από το ταβάνι, έτσι απερίσκεπτα κι απρόσκλητα.
//////////
Ο πατέρας μου μου φώναζε από τον Άδη ( είναι καιρός να βάλεις το παλιό τζουκ μποξ να παίξει).
Ήξερα, ήθελε κάτι να ακούσει από τον Μάρκο.
Μα αυτές οι σημειώσεις τράβαγαν μπροστά μόνες τους, μεθυσμένες από τον εαυτό τους.
//////////
Κοιτούσα τώρα πίσω από αυτές, τις ήττες.
Ή θα μιλούσαν για τις ήττες που έφερναν την δόξα τους ή θα τις έκαιγα.
Δεν είχε νόημα ένας μαζοχισμός σε νότα λανθάνουσα. Ένας ναρκισσιμσός αυνάνας.
////////
Έβαλα τον Μάρκο.
Έφτιαξα μια θράκα κι άρχισα να πετάω μέσα τα περιττά.
Άκουγα τον Μάρκο πως δόξασε όλους του τους έρωτες.
Την σημειολογία του κόσμου του στην Σύρα και στον Πειραιά.
Η φωτιά μεγάλωσε, έβλεπα τώρα τα πρόσωπα να στάζουνε φαρμάκια καθώς έλιωναν.
Ήταν σαν κέρινα ομοιώματα.
Τελικά υπήρχαν απώλειες που άξιζαν δάκρυα, αρκετά γενναίες για να δώσουν και να πάρουν.
Σαν την Ελλάδα που είναι γεμάτη απώλειες , από καιρό αρεσκόμαστε στο μελό.
Δεν στεκόμαστε στην τραγωδία.
Περσόνες τυπικής μοναξιάς και μιας ευμάρειας μαζόχας.
Αποτελούσα κι εγώ κομμάτι τους ακόμη κι άθελα μου.
Λάθη αμέτρητα και προτροπές  της επανάληψης.
////////
Βοήθησε αρκετά η ηθελημένη μοναξιά μου , όχι αυτή η χωμένη μέσα στο πλήθος το άχαρο.
///////
Οι ήττες είναι δόξες.
Λάμπουν και ζητουν ανάγνωση.
Από την αρχή.
////////
όλοι οι ήρωες που λάτρεψα ανήκαν στο περιθώριο, αιρετικοί από θέση.
////////
Η φωτιά όλους τους έκαψε.
Ο καινούργιος εαυτός μου, μου μιλούσε στον καθρέφτη.
Ήρεμα, με κατάνυξη.
Ο χρόνος τελικά είναι παραγωγός και σκηνοθέτης.
Εμείς όλοι απλά παίζουμε, ακόμη και σαν κομπάρσοι.
Φτάνει να ξέρουμε πότε θα σταματήσει η ενασχόληση μας με το τίποτε.
Από εκεί και πέρα αρχίζουμε να υπάρχουμε...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου