Δεν με ξέρεις. Κι εγώ δεν σε ξέρω.
Βρέθηκα σε τούτο το δωμάτιο μετά από προσπάθειες. Θέλω να πω δεν ήταν κι εύκολη η σύλληψη μου ως άνθρωπος.
Γι αυτό με έταξαν, με έταξαν στην Παναγία. Θα μπορούσαν να με τάξουν στην Αφροδίτη. Αυτή δεν κρατά τόσο πόνο.
Είναι φορές που όταν περπατάω φεύγει η καρδιά μου από την θέση της. Και ώρες ώρες μπαίνει μέσα μου ο ουρανός.
Ο ουρανός είναι απέραντος, μοιάζει να μην έχει ανάγκη να κρατά μυστικά.
Κι ενώ λοιπόν ο ουρανός με κατοικεί εγώ πηγαίνω κάπου αλλού. Ουσιαστικά υποθέτω πως μάλλον εκείνο το τάξιμο με σημαδεύει, είναι αυτός ο πόνος που σου έλεγα.
Μπορώ δηλαδή να διαβάζω τον πόνο στα πρόσωπα.
Πίσω από φωταγωγημένα πρόσωπα, πίσω από αλύγιστα χαμόγελα, χειραψίες χλιαρές, πλάτες σκυρτές, μπορώ να διακρίνω τον πόνο.
Ο πόνος είναι ένα έμβρυο που γυρίζει πίσω από τον χρόνο. ΈΧΕΙ την χαρακτηριστική στάση του εμβρύου. Έχει την ιδιότητα να καταλαμβάνει κάθε σημείο του κορμιού σου, ξεκινά από τα μέρη που αναπαύεται η ψυχή και χύνεται στο σώμα χωρίς καμμιά επιφύλαξη.
Δεν με ξέρεις. Δεν σε ξέρω.
Και τι έγινε αν σε ήξερα; Μήπως αυτοί που λένε πως ξέρουν τους άλλους τους ξέρουν πραγματικά;
Βέβαια σε αφήνω να πιστεύεις πως με ξέρεις, είναι ένα πρώτο γοητευτικό στάδιο οικειότητας.
Κουβαλάω μέσα στις μνήμες μου από την περασμένη μου ζωή και μια γριά που φτύνει δόντια και ξόρκια. Δεν ξέρω τι θέλει να ξορκίσει, τους δαίμονες τους αγαπώ. Ό,τι αφήνεται να χει ένα σχήμα υπόσχεσης ευτυχίας ή γαλήνης, ή ατέλειωτου πάθους.
Οι δαίμονες είναι ανήσυχοι. Πιστεύω με δύναμη πως τους εξόρισαν γιατί ήθελαν φως και αλήθεια.
Σε βγάζουν από τον δρόμο σου. Γιατί, ποιός είπε πως υπάρχει ευτυχία μόνο σε έναν δρόμο;
Σου μίλησα για τάματα, αγγέλους, δαίμονες και ξόρκια και αρχίζω να βλέπω τι σκέφτεσαι.
Μπορείς να μην σκέφτεσαι. Μπορείς να αισθάνεσαι.
Εγώ θέλω να αισθάνομαι. Σκέφτομαι γιατί αισθάνομαι.
Περπατάω που λες και ακούω φωνές να 'ρχονται. Μου δείχνουν αδικίες, έρωτα, ανιδιοτέλεια, κλοπές.
Οι φωνές αυτές με βρήκαν από τότε που ήμουνα παιδί.
Φυσικά αυτό που είναι να γίνει, θα γίνει πάντα, θέλω να πω δεν διαθέτω καμμιά δυνατότητα στο σταμάτημα αυτών που ναι να συμβούν. Ελάχιστες φορές συνέβη.
Υπάρχει το ειμαρμένο; Κι αφού υπάρχει, πως ο άνθρωπος επικράτησε; γιατί από όλα τα ζώα αυτός το πολέμησε και πήγε ενάντια!
Πιστεύω όμως πότε πότε, κάτι που φαίνεται απαισιόδοξο. Ο άνθρωπος γεννήθηκε για να 'ναι δυστυχισμένος. Και δύσκολα αυτό θα αλλάξει. Γεννήθηκε να καταστρέφει, αυτή η πολεμοχαρής φύση έρχεται αντιμέτωπη με αυτόν, την φύση και τον άλλο άνθρωπο.
Έτσι απλά.
Κι είναι κείνος ο αιώνιος πόλεμος με την ψυχή και την σάρκα.
Υπάρχουν αυτοί που σκέπτονται με την σάρκα κι άλλοι με το μυαλό.
Άβυσσος το μεταξύ τους.
Γεννηθήκαμε από το χάος.
Κι όλο σε αυτό ερχόμαστε.
Σαν να μην μπορούν άλλο τα γονίδια μας να κάνουν, παρά μονάχα να θυμούνται και να αναπαριστούν το χάος.
Δεν με ξέρεις, κι εγώ δεν σε ξέρω.
Είναι μέρες που φιλοξενώ μέσα μου και τα δυο φύλα, ακούω τις θεωρίες τους και σκέπτομαι μέσα από μια λεπτή κρούστα τις αντιθέσεις τους. Και την αγάπη τους...
Κι είναι άλλες μέρες που φιλοξενώ μέσα μου διαφορετικές φυλές. Η μια κατέστρεψε την άλλη σε κάποιον πόλεμο. Κατέστρεψε ουσιαστικά το κυνήγι της άλλης αφήνοντάς την να πεθάνει σιγά σιγά.
Σκέπτομαι, συνεχώς σκέπτομαι. Αυτό δεν με κάνει πιό πολύ ευτυχισμένη, απλά συμβαίνει, ούτε μου λύνει γρίφους αιώνιους από σκοτάδια.
Θα μπορούσα να είμαι ευτυχισμένη περισσότερο; Μα για αυτό ξεχωρίζει η ευτυχία από τα άλλα συναισθήματα, εξαιτίας της μικρής της διάρκειας.
Φυσικά ξεχωρίζει γιατί κρατά μέσα της αυτά τα στίγματα ευγνωμοσύνης που δεν κρατούν τα άλλα.
Τι είναι ωραίο πραγματικά; Αυτό που σου αρέσει με ανιδιοτέλεια.
Σαν τις κόρες εκείνες που κρατούν με το πόδι μπροστά προτεταμμένο, επάνω στο ωραίο κεφάλι τους τον ναό της αρμονίας και της ομορφιάς.
Πως αγγίζεις αυτό που βλέπεις, με τα μάτια ή την καρδιά σου;
Βλέπεις όμως πως η κίνηση βρίσκεται σε αυτό το πόδι που ελαφρά βγαίνει πρός τα έξω; Εκεί ήταν κρυμμένη η προσπάθεια, ο κόπος.
Κι ο ήλιος ανελέητος αδελφός.
Ξέρεις; Θα χαθεί κι αυτός.
Κι εμείς πολύ πριν.
Πολλές φορές λέω να προλάβω. Να συλλέξω πληροφορίες και αισθήσεις.
Κι άλλα;
Ναι κι άλλα.
Γυρίζω ανάποδα το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέυ. Καμμιά ασχήμια δεν μπορεί να γεράσει την ψυχή μου. Καμμιά διαστροφική κινητικότητα δεν μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα.
Μου είπαν πως αυτό οφείλεται στην σελήνη μου που βρίσκεται στον Τοξότη.
Δεν ξέρω. Εγώ ξέρω πως έτσι γεννιόμαστε. Σε μερικά πράγματα δεν αλλάζουμε, απλά πολλαπλασιαζόμαστε.
Με γοητεύουν οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν ωραίες λέξεις.
Άλλοι θέλουν να κρύψουν την ευτυχία τους. Άλλοι την ασχήμια την ψυχική. Άλλοι τις χρησιμοποιούν για να τους αγαπήσουν οι άλλοι. Άλλοι είναι φετιχιστές με αυτές. Στολίζουν τις μέρες τους, τις ώρες τους. Πειραματίζονται με τις αισθήσεις και την νόηση. Άλλοι πάλι γιατί φοβούνται τον θάνατο.
Υπάρχουν αυτοί που κάνουν έρωτα με την αίσθηση του ξορκίσματος στον θάνατο, υπάρχουν κι αυτοί που γράφουν ξορκίζοντας τον και σαν να κάνουν έρωτα.
Μιλάω απλά. Θέλω να με καταλαβαίνεις. Άλλη φορά θα μιλήσω διαφορετικά.
Μα ποτέ δεν θα βάλω μπούρκα στις λέξεις μου. Ούτε θα τις μεταμφιέσω σε κεφάλια που χορεύουν φίδια. Τις αφήνω να πάρουν τον ρόλο τους μόνες τους.
Αυτές θα κάνουν το παιχνίδι της αρμονίας ή μη.
Δεν με ξέρεις.
Κι εγώ δεν σε ξέρω.
Αυτό που σίγουρα όμως ξέρω είναι πως μας δένει η ίδια αγωνία.
Και πολλές φορές δεν το ξέρουμε...
Παύω τώρα.
Καταβύθιση...
Βρέθηκα σε τούτο το δωμάτιο μετά από προσπάθειες. Θέλω να πω δεν ήταν κι εύκολη η σύλληψη μου ως άνθρωπος.
Γι αυτό με έταξαν, με έταξαν στην Παναγία. Θα μπορούσαν να με τάξουν στην Αφροδίτη. Αυτή δεν κρατά τόσο πόνο.
Είναι φορές που όταν περπατάω φεύγει η καρδιά μου από την θέση της. Και ώρες ώρες μπαίνει μέσα μου ο ουρανός.
Ο ουρανός είναι απέραντος, μοιάζει να μην έχει ανάγκη να κρατά μυστικά.
Κι ενώ λοιπόν ο ουρανός με κατοικεί εγώ πηγαίνω κάπου αλλού. Ουσιαστικά υποθέτω πως μάλλον εκείνο το τάξιμο με σημαδεύει, είναι αυτός ο πόνος που σου έλεγα.
Μπορώ δηλαδή να διαβάζω τον πόνο στα πρόσωπα.
Πίσω από φωταγωγημένα πρόσωπα, πίσω από αλύγιστα χαμόγελα, χειραψίες χλιαρές, πλάτες σκυρτές, μπορώ να διακρίνω τον πόνο.
Ο πόνος είναι ένα έμβρυο που γυρίζει πίσω από τον χρόνο. ΈΧΕΙ την χαρακτηριστική στάση του εμβρύου. Έχει την ιδιότητα να καταλαμβάνει κάθε σημείο του κορμιού σου, ξεκινά από τα μέρη που αναπαύεται η ψυχή και χύνεται στο σώμα χωρίς καμμιά επιφύλαξη.
Δεν με ξέρεις. Δεν σε ξέρω.
Και τι έγινε αν σε ήξερα; Μήπως αυτοί που λένε πως ξέρουν τους άλλους τους ξέρουν πραγματικά;
Βέβαια σε αφήνω να πιστεύεις πως με ξέρεις, είναι ένα πρώτο γοητευτικό στάδιο οικειότητας.
Κουβαλάω μέσα στις μνήμες μου από την περασμένη μου ζωή και μια γριά που φτύνει δόντια και ξόρκια. Δεν ξέρω τι θέλει να ξορκίσει, τους δαίμονες τους αγαπώ. Ό,τι αφήνεται να χει ένα σχήμα υπόσχεσης ευτυχίας ή γαλήνης, ή ατέλειωτου πάθους.
Οι δαίμονες είναι ανήσυχοι. Πιστεύω με δύναμη πως τους εξόρισαν γιατί ήθελαν φως και αλήθεια.
Σε βγάζουν από τον δρόμο σου. Γιατί, ποιός είπε πως υπάρχει ευτυχία μόνο σε έναν δρόμο;
Σου μίλησα για τάματα, αγγέλους, δαίμονες και ξόρκια και αρχίζω να βλέπω τι σκέφτεσαι.
Μπορείς να μην σκέφτεσαι. Μπορείς να αισθάνεσαι.
Εγώ θέλω να αισθάνομαι. Σκέφτομαι γιατί αισθάνομαι.
Περπατάω που λες και ακούω φωνές να 'ρχονται. Μου δείχνουν αδικίες, έρωτα, ανιδιοτέλεια, κλοπές.
Οι φωνές αυτές με βρήκαν από τότε που ήμουνα παιδί.
Φυσικά αυτό που είναι να γίνει, θα γίνει πάντα, θέλω να πω δεν διαθέτω καμμιά δυνατότητα στο σταμάτημα αυτών που ναι να συμβούν. Ελάχιστες φορές συνέβη.
Υπάρχει το ειμαρμένο; Κι αφού υπάρχει, πως ο άνθρωπος επικράτησε; γιατί από όλα τα ζώα αυτός το πολέμησε και πήγε ενάντια!
Πιστεύω όμως πότε πότε, κάτι που φαίνεται απαισιόδοξο. Ο άνθρωπος γεννήθηκε για να 'ναι δυστυχισμένος. Και δύσκολα αυτό θα αλλάξει. Γεννήθηκε να καταστρέφει, αυτή η πολεμοχαρής φύση έρχεται αντιμέτωπη με αυτόν, την φύση και τον άλλο άνθρωπο.
Έτσι απλά.
Κι είναι κείνος ο αιώνιος πόλεμος με την ψυχή και την σάρκα.
Υπάρχουν αυτοί που σκέπτονται με την σάρκα κι άλλοι με το μυαλό.
Άβυσσος το μεταξύ τους.
Γεννηθήκαμε από το χάος.
Κι όλο σε αυτό ερχόμαστε.
Σαν να μην μπορούν άλλο τα γονίδια μας να κάνουν, παρά μονάχα να θυμούνται και να αναπαριστούν το χάος.
Δεν με ξέρεις, κι εγώ δεν σε ξέρω.
Είναι μέρες που φιλοξενώ μέσα μου και τα δυο φύλα, ακούω τις θεωρίες τους και σκέπτομαι μέσα από μια λεπτή κρούστα τις αντιθέσεις τους. Και την αγάπη τους...
Κι είναι άλλες μέρες που φιλοξενώ μέσα μου διαφορετικές φυλές. Η μια κατέστρεψε την άλλη σε κάποιον πόλεμο. Κατέστρεψε ουσιαστικά το κυνήγι της άλλης αφήνοντάς την να πεθάνει σιγά σιγά.
Σκέπτομαι, συνεχώς σκέπτομαι. Αυτό δεν με κάνει πιό πολύ ευτυχισμένη, απλά συμβαίνει, ούτε μου λύνει γρίφους αιώνιους από σκοτάδια.
Θα μπορούσα να είμαι ευτυχισμένη περισσότερο; Μα για αυτό ξεχωρίζει η ευτυχία από τα άλλα συναισθήματα, εξαιτίας της μικρής της διάρκειας.
Φυσικά ξεχωρίζει γιατί κρατά μέσα της αυτά τα στίγματα ευγνωμοσύνης που δεν κρατούν τα άλλα.
Τι είναι ωραίο πραγματικά; Αυτό που σου αρέσει με ανιδιοτέλεια.
Σαν τις κόρες εκείνες που κρατούν με το πόδι μπροστά προτεταμμένο, επάνω στο ωραίο κεφάλι τους τον ναό της αρμονίας και της ομορφιάς.
Πως αγγίζεις αυτό που βλέπεις, με τα μάτια ή την καρδιά σου;
Βλέπεις όμως πως η κίνηση βρίσκεται σε αυτό το πόδι που ελαφρά βγαίνει πρός τα έξω; Εκεί ήταν κρυμμένη η προσπάθεια, ο κόπος.
Κι ο ήλιος ανελέητος αδελφός.
Ξέρεις; Θα χαθεί κι αυτός.
Κι εμείς πολύ πριν.
Πολλές φορές λέω να προλάβω. Να συλλέξω πληροφορίες και αισθήσεις.
Κι άλλα;
Ναι κι άλλα.
Γυρίζω ανάποδα το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέυ. Καμμιά ασχήμια δεν μπορεί να γεράσει την ψυχή μου. Καμμιά διαστροφική κινητικότητα δεν μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα.
Μου είπαν πως αυτό οφείλεται στην σελήνη μου που βρίσκεται στον Τοξότη.
Δεν ξέρω. Εγώ ξέρω πως έτσι γεννιόμαστε. Σε μερικά πράγματα δεν αλλάζουμε, απλά πολλαπλασιαζόμαστε.
Με γοητεύουν οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν ωραίες λέξεις.
Άλλοι θέλουν να κρύψουν την ευτυχία τους. Άλλοι την ασχήμια την ψυχική. Άλλοι τις χρησιμοποιούν για να τους αγαπήσουν οι άλλοι. Άλλοι είναι φετιχιστές με αυτές. Στολίζουν τις μέρες τους, τις ώρες τους. Πειραματίζονται με τις αισθήσεις και την νόηση. Άλλοι πάλι γιατί φοβούνται τον θάνατο.
Υπάρχουν αυτοί που κάνουν έρωτα με την αίσθηση του ξορκίσματος στον θάνατο, υπάρχουν κι αυτοί που γράφουν ξορκίζοντας τον και σαν να κάνουν έρωτα.
Μιλάω απλά. Θέλω να με καταλαβαίνεις. Άλλη φορά θα μιλήσω διαφορετικά.
Μα ποτέ δεν θα βάλω μπούρκα στις λέξεις μου. Ούτε θα τις μεταμφιέσω σε κεφάλια που χορεύουν φίδια. Τις αφήνω να πάρουν τον ρόλο τους μόνες τους.
Αυτές θα κάνουν το παιχνίδι της αρμονίας ή μη.
Δεν με ξέρεις.
Κι εγώ δεν σε ξέρω.
Αυτό που σίγουρα όμως ξέρω είναι πως μας δένει η ίδια αγωνία.
Και πολλές φορές δεν το ξέρουμε...
Παύω τώρα.
Καταβύθιση...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου