Φθαρμένες οι μακέτες της πόλης μου/
Περπατώ στους δρόμους της, σαν εξόριστη/
Ταίζω τον κόσμο, χαμόγελα/
Κάποια από αυτά, επιστρέφουν σε εμένα ακόμη πιο πλούσια/
Γυρίζω τον διαβήτη, στα βήματα σου, χαρτογραφώντας/
Απροσπέλαστος είσαι, μα εύθραστος, αυτό υπογραμμίζω/
Στην κούτα που θα βάλω όλα αυτά που είναι για φύλαξη, θα γράψω , -προσοχή εύθραστον-.
Τίποτε δεν πωλείται από τα φυλασσόμενα, μόνο η χώρα μου ξεπουλιέται/
Και σαν την σφίγγα τσιμπώ τους περαστικούς διαβάτες/
Μήπως ο ύπνος της πειθαρχίας ,αυτοβούλως, θανατωθεί/
Αλλά μπα, όλα είναι ρουτίνα σαν εμβατήριο προσκόπων/
Μόνο οι ερωτευμένοι θα επιζήσουν , να θυμάσαι..
(πρωινό )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου